Παρασκευή 17 Μαΐου 2013

Ο κύκλος των χαμένων Ελλήνων - Γράφει ο Γιώργος Σταυράκης


Έγκυρες εκθέσεις της Ελληνικής στατιστικής αρχής καταγράφουν τη συνεχιζόμενη συρρίκνωση της οικονομίας και την αύξηση της ανεργίας στο πρωτόγνωρο ποσοστό του 28,8% τον Οκτώβριο του 2012. Δηλαδή περισσότεροι από 1,3 εκατ. Άνεργοι από τους όποιους ένα ποσοστό πάνω από 50% είναι νέοι κάτω από 35 ετών, οι περισσότεροι πτυχιούχοι.
Αυτή η πραγματικότητα είναι άκρως απογοητευτική και προδιαγράφει, επιεικώς, ένα ζοφερό μέλλον.
Ξένοι ειδικοί στον τομέα των οικονομικών και της εργασίας μιλούν ότι θα χρειαστούν τουλάχιστον 15 με 20 χρόνια για να επανέλθει ο δείκτης της ανεργίας σε ένα μέσο όρο (Μ.Ο) 7%, ποσοστό που φαίνεται κοινωνικά αποδεκτό. Αυτό το μεσοδιάστημα είναι πολύ μεγάλο για τις αντοχές της κοινωνίας μας και θα πρέπει ίσως, να ανησυχούμε για τον κίνδυνο να διαρραγεί η κοινωνική συνοχή. Δυστυχώς από τα πράγματα φαίνεται πως οδεύουμε για μια ακόμη γενιά χαμένων νέων Ελλήνων. Άλλωστε, ας σημειώσουμε εδώ, το πικρό ρεφρέν πως η «Ελλάδα ξέρει καλά πώς να τρώει τα παιδιά της». Μια νέα έξοδος από τη χώρα θα είναι ο τέταρτος κύκλος των χαμένων νέων Ελλήνων με πρώτο, τη μαζική μετανάστευση στις ΗΠΑ λόγω της σταφιδικής κρίσης το 1896-1900. Τότε έφυγαν πολλές δεκάδες χιλιάδες αναδεικνύει εργάτες για να κάνουν τις πιο σκληρές δουλειές στην αναπτυσσόμενη τότε, βιομηχανία της Αμερικής. Τώρα επικρέμεται ο κίνδυνος να έχουμε μια νέα έξοδο από τη χώρα από νέους πτυχιούχους αυτή τη φορά.
Μετά το 1896 και κατά τη διάρκεια του Α Παγκοσμίου Πολέμου και τη Μικρασιατικής καταστροφές το 1922 ένα δεύτερο κύμα μετανάστευσης πήρε δραματικές διαστάσεις και πάλι νέων Ελλήνων κυρίως για τις ΗΠΑ. Η μεγαλύτερη αιμορραγία ωστόσο, σημειώθηκε αμέσως μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τον παρανοϊκό εμφύλιο που ακολούθησε. Τότε άρχισε ο τρίτος και μεγαλύτερος κύκλος μετανάστευσης στη νεότερη ιστορία του Ελληνισμού. Στις δεκαετίες 1940, ’50 και ’60, χιλιάδες Έλληνες άφηναν τη φτωχή και διχασμένη Ελλάδα για να μεταναστεύσουν στη Γερμανία, την Αυστραλία, τον Καναδά, τις ΗΠΑ και αλλού.
Μέσα σε τριάντα χρόνια (1940-1970) 2,8 εκατομμύρια Έλληνες έγιναν μετανάστες. Πήρανε τα μάτια τους και έφυγαν κλείνοντας στις αποσκευές τους μια γλυκιά – πικρή ανάμνηση από μια πατρίδα που «διώχνει» τα παιδιά της.
Σήμερα, 2013, το ένα τρίτο ημών των Ελλήνων, ναι καλά διαβάσατε, το 1/3 ζει και προοδεύει εκτός των συνόρων, στην ελληνική διασπορά.
Χιλιάδες Έλληνες βλέπουν μια πατρίδα σε τροχιά βαθιάς παρακμής και αυτό τους πληγώνει και τους αποτρέπει από κάθε σκέψη παλιννόστησης. Πώς να έρθουν και να κάνουν επενδύσεις σε μια χώρα που κάθε λίγους μήνες αλλάζει το φορολογικό σύστημα, όπου η μια κυβέρνηση διαδέχεται την άλλη μέσα στον ίδιο χρόνο, όπου η εθνική – πατριωτική κουλτούρα για συναίνεση είναι ξένος τόπος για τους πολιτικούς και όχι λιγότερο για τους πολίτες. Αν συνυπολογίσουμε και το δημογραφικό πρόβλημα, μαζί με την έξοδο από τη χώρα νέων Ελλήνων, δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να αντιληφθεί ότι η χώρα βρίσκεται και πάλι σε πορεία ιστορικού μαρασμού. Η ανεργία των νέων παιδιών μοιάζει με ωρολογιακή βόμβα με απρόβλεπτες συνέπειες για τη συνοχή του συνόλου του κοινωνικού σώματος. Αν η οικονομία και το πολιτικό σύστημα δεν καταφέρουν να ανακάμψουν μέσα σ’ ένα εύλογο χρονικό διάστημα π.χ. σε 2-3 χρόνια, ένα τέταρτο κύμα εξόδου νέων ανθρώπων από τη χώρα βρίσκεται προ των πυλών. Πολιτικοί όλων των κομμάτων της Ελλάδας απογοήτευσαν τον κόσμο επί σειρά δεκαετιών ωσάν οι ίδιοι να μην ήταν Έλληνες. Ηγήθηκαν ένα σάπιο και αναποτελεσματικό δημόσιο τομέα, συχνά στελεχωμένου με φίλους και κομματική πελατεία. Και πάνω απ’ όλα αυτά κυριαρχούσε ο αμοραλισμός, ο αριβισμός, ο νεποτισμός, γνωρίσματα που δεν περιποιούν τιμή σε ένα λαό που επαίρεται για τον πολιτισμό του.
Τώρα με χιλιάδες νέους που βλέπουν τα όνειρά τους ανεκπλήρωτα ας προσέξουν οι πατέρες του έθνους να προλάβουν τον Μινώταυρο ενός νέου μαζικού ξενιτεμού.