Κοντεύει τώρα ένας χρόνος που η πατρίδα μας, και οι κατοικούντες εν αυτή, εισήλθαμε στον αστερισμό του Μνημονίου.
Ένα «βιβλίο» κομμένο και ραμμένο στα δικά μας μέτρα, όπως έκαναν οι καθηγητές για τους μετεξεταστέους μαθητές τα χρόνια κείνα τα παλιά. Με μόνο τη μικρή διαφορά ότι το μνημόνιο το υπογράψαμε αποδεχόμενοι τα δικά μας λάθη, και με τη βούλα.
Δεν πέρασαν πολλοί μήνες από τότε που φορέσαμε το στενό κορσέ και οι πολίτες χωρίστηκαν σε μνημονιακούς και αντί-μνημονιακούς. Όπως λέγαμε παλιά βενιζελικοί, αντί-βενιζελικοί.
Οι παλιοί σίγουρα θα θυμούνται τα χρόνια εκείνα τα παλιά όταν για ένα διάστημα η Ελλάδα ήταν κομμένη στα δύο, με δύο κυβερνήσεις μία στην Αθήνα και η άλλη στη Θεσσαλονίκη. Μνήμες που δεν τιμούν τη νεοελληνική ιστορία.
Το μνημόνιο δεν ήρθε μόνο επειδή είμαστε κακοί μαθητές π.χ. στα μαθηματικά, ή την ιστορία. Μας πιάσανε να αντιγράφουμε, μας χάλασαν τη διαγωγή, και μας έστειλαν τους επιτηρητές να μας συντροφεύουν. Κακά τα ψέματα, πρέπει ως λαός γρήγορα να αντιληφθούμε ότι είμαστε απελπιστικά ελλειμματικοί σε μερικές αρετές δυτικού μοντέλου όπως π.χ. τη σύνεση, το μέτρο τον κομφορμισμό και άλλες αρετές που μπορούν να μας φέρουν πιο κοντά στους ομοτράπεζους φίλους μας. Λαοί που διαθέτουν αυτές τις αρετές δεν χρειάζονται μνημόνια. Για τη δική μας περίπτωση, η αφροσύνη όλων των πολιτικών κομμάτων στην Ελλάδα μαζί με μια μεγάλη συνομοταξία επιτήδειων, βύθισαν την πατρίδα μας σε αστρικό χρέος, διεθνή ανυποληψία και υποθήκευσαν το μέλλον των παιδιών μας. Για τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο λαός μας συνέτειναν μερικές από τις κακές καταβολές των πολιτών, όπως η φυγοπονία, ο παρασιτισμός, το απείθαρχο του χαρακτήρα, και η αυξανόμενη ιδιοτέλεια.
Σε μια κοινωνία με αβάσιμα ιδεολογήματα όπου κυριαρχεί «η πολυγνωσία» με εκατοντάδες συνδικάτα, συλλόγους, έντυπα κ.ο.κ, όπου η ιδεοληψία, ο εγωισμός, και ο τοπικισμός κυριαρχούν, είναι δύσκολο να περιμένει κανείς σοβαρά βήματα συγκροτημένης πολιτείας. Όταν κάθε κοινωνική μειοψηφία (π.χ. συντεχνίες) αρνείται να συνταχθεί, ή έστω, να συναινέσει (Modus vivendi) με κανέναν και με τίποτα, κατασκευάζοντας κιόλας τον δικό τους δίκαιο, απειλώντας την πολιτεία, κάθε ευγενής πρωτοβουλία γίνεται θνησιγενής και στείρα. Παρά τους ισχυρισμούς από πολλούς ότι πολιτισμικά και γλωσσικά οι Έλληνες μένουμε ανεπηρέαστοι από ξένες επιρροές αυτό δεν είναι απόλυτα αληθές.
Υπάρχει μια φανερή νοοτροπία που δεν θέλει πρότυπα κοινωνικής ζωής δυτικού τύπου. Αντίθετα, όσο και αν φαίνεται περίεργο εμείς οι νεοέλληνες επιμένουμε σε μια τρίτη κουλτούρα του λίγο από όλα. Λίγο οριεντάλ, λίγο λατινοαμερικάνοι, λίγο από κάτι άλλο. Τίποτα το αυθεντικό. Ακόμα και τη γλώσσα μας την «εμπλουτίσαμε» με ξένες λέξεις με προτίμηση τις αγγλικές για να ανεβάσουμε το μορφωτικό μας στάτους (status). Τις χρησιμοποιούμε σκοτώνοντας την προφορά τους.
Αλλά αυτό μάλλον δεν πειράζει γιατί ούτε αυτός που τις λέει, ούτε εκείνος που τις ακούει καταλαβαίνει τη διαφορά(!).
Έτσι λοιπόν φίλοι μου συχνά χάνουμε το τρένο της γραμμής και έρχονται τα μνημόνια να μας βάλλουν στην τάξη, και από πίσω ακολουθούν και οι επιτηρητές.