Έτσι το ακούσαμε κι έτσι το ξέραμε απ’ τα παιδικά μας χρόνια το τοπωνύμιο, που βρίσκεται στο μικρό οικισμό «Σταυρός» του Δ.Δ. Τριποτάμου του Δήμου Φραγκίστας. Μια μικρή λακκούλα με φτωχό πράσινο, περιτριγυρισμένη από θάμνους σχίνων, φελικιών κ.α. Στο πάνω μέρος της (Ν.Δ.) μια σειρά ακανόνιστων λίθων, οι οποίοι, ποιος ξέρει από πότε, από ανθρώπου χέρι, τοποθετήθηκαν. Η φύση σε συνεργασία με το χρόνο φρόντισε να τους περιβάλει με ζουμάχια και λειχήνες.
Βορειοδυτικά το έδαφος κατηφορίζει σχεδόν απότομα. Τα βρόχινα ύδατα αθόρυβα σχημάτιζαν ρυάκια. Κάτω κει στο τέλος της πλαγιάς περνούσε το πολυπατημένο Δερβένι, που οδηγούσε στην κάτω βρύση κι από εκεί στη Μαγούλα, στην τοξωτή γέφυρα της Τατάρνας, στο Βάλτο.
Στην πλαγιά αυτή δύο τετράγωνες πέτρες (0,80*0,80*0,20μ. περίπου) βρίσκονταν πλαγιαστές στην επιφάνεια του εδάφους κρυμμένες μέσα στο δάσος. Λαξεμένες τεχνητά, μαρτυρούσαν την ύπαρξη προγόνων μας, που έδειξαν ενδιαφέρον για την περιοχή. Δεν έπεσαν στην αντίληψη, φαίνεται, του περιηγητή Woodhouse, ο οποίος αναφέρει τα κάστρα: της Τατάρνας (σίγουρα του Παλαιόκαστρου), της Τσούκας, της Παλαιοκατούνας, της Σιβίστας, της Βαλαώρας, των Τοπολιάνων, της Βούλπης, των Λεπιανών, της Πρασιάς. Έτσι έμεινε άγνωστη η τοποθεσία.
Όταν όμως έφτασε ο λεγόμενος σύγχρονος πολιτισμός, τα πράγματα άλλαξαν. Οι μπουλντόζες έκαναν τα θαύματά τους. Στην αρχή ένας χωματόδρομος (αμαξητός) ένωσε τη Μαγούλα, που αναφέραμε και την Τατάρνα με τη γέφυρα του Μανώλη και τη Δυτική Φραγκίστα.
Μετά από λίγα χρόνια, στη δεκαετία του 1980, που έφτασαν τα σύγχρονα μηχανήματα, άρχισαν οι διαπλατύνσεις του χωματόδρομου και στη συνέχεια η ασφαλτόστρωση (προς την Τατάρνα και το μοναστήρι).
Εάν όμως μια πλαγιά αλύπητα, άναρχα, απρόβλεπτα κόβεται οριζόντια, το έδαφος και γενικά η φύση αντιδρά δυναμικά, όπως δυναμικά συμπεριφέρεται σε κάθε επέμβαση του ανθρώπου, παίρνοντας για παράδειγμα, που το θυμούνται οι ντόπιοι, τους αλλεπάλληλους σεισμούς του 1965 – 66 εξαιτίας του σχηματισμού της τεχνητής λίμνης των Κρεμαστών Αχελώου.
Ο δρόμος επίσης (χωματόδρομος δυστυχώς), που οδηγεί στον οικισμό Κοψέικα, προξένησε μεγάλη ζημιά στο τοπίο. Όλ’ αυτά είχαν σαν αποτέλεσμα τη συγκέντρωση πολλών υδάτων και μάλιστα στο τελευταίο χρονικό διάστημα λόγω των κατακλυσμιαίων βροχοπτώσεων, με αποτέλεσμα τη μεγάλη κατολίσθηση ολόκληρης της πλαγιάς.
Θα λέγαμε εδώ ότι η τοποθεσία «Ελληνικά» κατέστη αγνώριστη, όμως έγινε μια φυσική ανασκαφή, που έφερε στο φως πολλές λαξεμένες τετράγωνες και ορθογώνιες πέτρες.
Ειδοποιήθηκε η υπεύθυνη Υπηρεσία. Πληροφορηθήκαμε ότι ήρθε κι έκανε την προσήκουσα καταγραφή. Μάλλον «Ήλθεν, είδεν και απήλθεν». Έκτοτε τίποτε! Το τοπίο κι οι πέτρες έμειναν απροστάτευτα. Η καθίζηση του οδοστρώματος καθιστά επικίνδυνη τη διέλευση οχημάτων, η δε προσπάθεια κάποιων να διατηρήσουν την πρόσβαση προκαλεί μεγαλύτερη ζημιά στο ήδη πληγωμένο έδαφος. Ελπίζουμε οι υπεύθυνοι, με τις ανανεωμένες δυνάμεις τους, να δείξουν το αναμφισβήτητο ενδιαφέρον τους και να λύσουν το πρόβλημα. Στην υπάρχουσα κατάσταση σχηματίζει κανείς την εντύπωση πως στο έδαφος κείνται νεκροί, που η εκταφή τους έγινε πρόσφατα.
Όσον αφορά στα ερωτήματα: τι ήταν τα Ελληνικά, πότε υπήρξαν, πως βρέθηκαν και γιατί οι πέτρες στην προαναφερθείσα τοποθεσία, αφού το έδαφος δεν είναι πετρώδες και τέτοιοι βράχοι δεν υπάρχουν; Πόσες είναι οι πέτρες, υπάρχουν άλλες στο υπέδαφος; Πόσες τα μηχανήματα απομάκρυναν απερίσκεπτα κάτω του οδοστρώματος; Θα απαντήσουν οι ειδήμονες. Περιμένουμε.
Δημήτρης Ι. Γκορόγιας