Γράφει ο Δημήτρης Ιω. Φαλλής Καλλιεύς
Πέρασαν οι μέρες των απόκρεων και της Καθαρής Δευτέρας. Μπήκαμε πια στη Μεγάλη Σαρακοστή και προχωράμε ταπεινά, με νηστεία και προσευχή για το Πάσχα. Για τις Λαμπριάτικες, τις χρονιάρες μέρες, όπως λέγαμε παλιότερα. Ας σταθούμε όμως για λίγο στις μέρες αυτής της Σαρακοστής κι ας πούμε τη μικρή ιστορία μιας κυρίας, μιας ψυχής, που θέλησε να εξομολογηθεί ώστε να κοινωνήσει συγχωρεμένη τη Λαμπρή. Βέβαια, όπως έλεγε η ίδια, δεν είχε δα και μεγάλες και πολλές αμαρτίες να πει στον πνευματικό της. Δεν είχε σκοτώσει κανέναν, δεν είχε ληστέψει κι ούτε αρπάχτηκε ποτέ στο δρόμο με κανέναν και να χτυπηθούν. Έτσι με το δικό της μυαλό, τη δική της κρίση, δικαίωνε τον εαυτό της, ότι δεν είναι μόνο αυτά σοβαρά αμαρτήματα. Η καταλαλιά, το κουτσομπολιό και η ενασχόληση και μάλιστα εν γνώσει με ψέματα, για πιθανά σφάλματα ή αμαρτίες άλλων για να φανούμε εμείς σπουδαίοι, είναι σοβαρό αμάρτημα! Φέρνει σοβαρή ζημιά, ακόμα και καταστροφή σ’ αυτούς που κατηγορούμε, αλλά και μας ζημιώνει θανάσιμα! Το μόνο αμάρτημα, λοιπόν, αυτής της κυρίας ήταν το κουτσομπολιό με ψεύτικες κατηγορίες. Ήταν από ζήλια και φθόνο. Και τα έλεγε σε όλους και για όλους! Ιδιαίτερα όμως έπεσε στη γλώσσα της η γειτόνισσά της με την οικογένειά της. Ε, αυτή, δεν μπορούσε να τη βλέπει, συνεχώς με επιτυχίες στο σπιτικό της και στην κοινωνία. Να έχει αγάπη με τον άντρα της και τα παιδιά της. Αυτό δεν μπορούσε να τ’ αντέξει. Έπρεπε να τους κατηγορήσει, να τους διαβάλει. Και τι δε σκέφτηκε γι’ αυτό. Ότι είναι ψηλομύτα, ποιος ξέρει τι βρομοδουλειές κάνει και αυτή και ο άντρας της. Κι ακόμα, ότι δεν είναι…. ηθική! Τα έλεγε όμως με τέτοια πειθώ, που πολλοί την πίστευαν, Μ’ αυτά, όμως, όπως ήταν φυσικό, δημιούργησε σοβαρά προβλήματα στη γειτόνισσα και την οικογένειά της. Αυτό ήθελε κι αυτή!
Πήγε λοιπόν στον πνευματικό, κάθισε και τα είπε όλα, προσθέτοντας στο τέλος:
-Παπούλη μου, αυτά είχα μοναχά να σας πω. Θέλω τώρα να μου διαβάσετε τη συγχωρητική ευχή, για να κοινωνήσω.
Ο πνευματικός τ’ άκουσε όλα με προσοχή και της λέει:
-Τ’ άκουσα όλα εγώ. Τ’ άκουσε όμως κι ο παντογνώστης Θεός που είναι μαζί μας. Θα κάνεις λοιπόν, ό,τι σου πω. Θα πας στο σπίτι σου, θα σφάξεις μια κότα, θα τη μαδήσεις, θα μαζέψεις τα φτερά της και θα πας να τα σκορπίσεις σ’ όλους τους δρόμους του χωριού. Μετά θα’ ρθεις πάλι εδώ να τα πούμε.
-Παπούλη μου, αυτό δεν είναι δύσκολο, θα το κάνω.
Πέρασαν λίγες μέρες και βρέθηκε πάλι μπροστά στην πνευματικό της.
-Παπούλη μου όπως μου είπατε. Έσφαξα την κότα, τη μάδησα, μάζεψα τα φτερά της και τα σκόρπισα σ’ όλο το χωριό. Θέλω τώρα την ευχή σας.
-Ναι, αλλά θα πας πρώτα να μαζέψεις όλα τα φτερά που σκόρπισες, θα μου τα φέρεις εδώ και τότε θα σου διαβάσω τη συγχωρητική ευχή.
Η γυναίκα έχασε για λίγο τη φωνή της.
-Μα τι λες παπούλη μου. Αυτό δε γίνεται. Αυτό είναι αδύνατο!
-Και πως θέλεις παιδί μου, να μετρήσω εγώ το κακό που έκανες με την καταλαλιά σου σ’ αυτή την οικογένεια και σε τόσους άλλους αδελφούς μας, που ο Χριστός σταυρώθηκε και γι’ αυτούς, ώστε να σου διαβάσω τη συγχωρητική ευχή; Μπορείς τουλάχιστον να πας από σπίτι σε σπίτι να ζητήσεις ταπεινά συγνώμη από όλους και ιδιαίτερα από την οικογένεια της γειτόνισσάς σου που με τέτοιο διαβολικό τρόπο προσπάθησες να τη διαλύσεις;
Η γυναίκα έφυγε κλαμένη και προβληματισμένη για το σπίτι της. Αλήθεια, ποιο από τα δυο θα μπορέσει να κάνει ώστε να συγχωρεθεί; Να μαζέψει όλα τα φτερά ή να πάει από σπίτι σε σπίτι να ζητήσει ταπεινά συγνώμη; Κι αν πράξει το ένα από τα δυο, ή και τα δυο, θα διορθωθεί τάχα το κακό που έκανε;
Νομίζω όχι! Η κρίση δική σας, για γνώση και συμμόρφωση. Για να μη νομίζουμε ότι κάτι τέτοιου είδους αμαρτήματα είναι μικρά κι ασήμαντα και βρεθούμε ξαφνικά να μαζεύουμε τα…. σκορπισμένα φτερά. Και το χειρότερο, μη βρεθούμε έξω από τον παράδεισο! Ο λόγος του Κυρίου είναι σαφής και καθαρός: « Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα έχει ζωήν αιώνιον» Ιω ΣΤ’ 54.
Και ο Απόστολος Παύλος για τους αναξίως κοινωνούντος, προσθέτει: «Ο εσθίων και πίνων αναξίως- το σώμα και του αίμα του Κυρίου- κρίμα εαυτώ εσθίει και πίνει….» Α’ Κορ. ΙΑ’ 29.
Ευλογημένη Σαρακοστή λοιπόν, και καλή Ανάσταση σ’ όλους μας.