Του Βασίλη Ι. ΚόκκοτουΟ Γουλιανός ή Γλανίδι όπως το ξέρουμε εμείς στην τοπική ονομασία είναι το ψάρι το οποίο μπορούμε να το συναντήσουμε στις πολλές λίμνες και τα ποτάμια της δυτικής Στερεάς Ελλάδας.
Παλιότερα υπήρχε σε τεράστιες ποσότητες στις λίμνες Τριχωνίδα και Λυσιμαχεία αλλά και στον ποταμό Αχελώο. Η παρουσία του στο μέσο ρου του Αχελώου δικαιολογείται από το γεγονός της ανεξέλεγκτης επικοινωνίας λίγες δεκαετίες πιο πριν του Αχελώου και των λιμνών του μεγάλου αιτωλικού πεδίου, αλλά και από το γεγονός λίγες χιλιετίες πιο πριν της επικοινωνίας όλου σχεδόν του υδάτινου οικοσυστήματος των λιμνών και των ποταμών της Δυτικής Στερεάς Ελλάδας.
Η ορμή του Αχελώου ήταν τέτοια πριν τιθασευτεί με τα φράγματα, που μετά από κακοκαιρία πλημμύριζε τα πάντα, ειδικά στις εκβολές του (περιοχή Οινιαδών), φτάνοντας ακόμα και σε σπίτια μαζί με τους ιχθυοπληθυσμούς του γλανιδιού, παρασύροντας περιουσίες στο διάβα του αλλά και ολόκληρα κοπάδια και άλλα ζώα. Η μη κατασκευή ιχθυόσκαλας στα μεγάλα φράγματα του Αχελώου ώστε αυτά τα ψάρια να μπορούν να ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν με ευκολία τα νερά δεν κατάφεραν να περιορίσουν την ύπαρξη του Γουλιανού, που με μεγάλη μας χαρά και εξ’ αιτίας του ρεπορτάζ του Ευρυτανικού Παλμού βλέπουμε σήμερα στη Λίμνη των Κρεμαστών. (Σύγχρονη ιχθυόσκαλα υπάρχει μόνο στο φράγμα του Αυλακίου Βάλτου (ΤΕΡΝΑ). Μάλιστα μας εντυπωσιάζει το γεγονός ότι αυτό το ενδημικό είδος που ζει μόνο στα δικά μας νερά έχει αυτές τις τεράστιες διαστάσεις. Ας ελπίζουμε όμως να μη χαθεί στη δίνη της εκτροπής του Αχελώου.
Σήμερα το Γλανίδι συναντάται σε μεγάλες ποσότητες στη λίμνη Λυσιμαχεία της οποίας δυστυχώς έχει αποκοπεί επίσης η επικοινωνία από την Τριχωνίδα στη θέση Αμπάρια Παναιτωλίου και λιγότερο ή σχεδόν ελάχιστα στη λίμνη Τριχωνίδα. Το αναφέρουμε αυτό γιατί τα Γλανίδια ή οι Γουλιανοί γεννούσαν τα αυγά τους στη λίμνη Λυσιμαχεία που τα νερά της είναι ζεστά και τα μικρά τους μεγάλωναν στη συνέχεια στη λίμνη Τριχωνίδα. Επιβάλλεται λοιπόν η κατασκευή σε όλα τα φράγματα και τις αποκοπείσες λίμνες η κατασκευή ιχθυόσκαλας, ώστε τα ψάρια -και κυρίως η πέστροφα- να μπορούν να διέρχονται με ευκολία από το ένα οικοσύστημα στο άλλο.
Σε δύσκολες εποχές όπως στην κατοχή (1941-44)τα γλανίδια έσωσαν από το φάσμα της πείνας χιλιάδες ανθρώπους οι οποίοι κατοικούσαν στις παραλίμνιες και παραποτάμιες περιοχές του υδάτινου οικοσυστήματος της πατρίδας μας. Το ψάρι αυτό αντέχει πάρα πολύ εκτός νερού και μπορεί να ζήσει για αρκετά 24ωρα λ.χ. μέσα σε ένα βαρέλι.
Ονομαστός πλανόδιος έμπορος (ψαράς) και πωλητής γλανιδιών ήταν ο αείμνηστος Στάθης Λεμονής από το Αγρίνιο ο οποίος φρόντιζε με το φορτηγάκι του να φτάνει σε όλες τις κωμοπόλεις και τα χωριά της Αιτωλοακαρνανίας και της Ευρυτανίας. Χαρακτηριστικό δείγμα της υπεραλίευσης του γλανιδιού ήταν το ότι το ψάρι εκείνη την εποχή δεκαετία 60 και 70 μετά βίας ξεπερνούσε τα 20 εκατοστά στην περιοχή μας, καθώς δεν το άφηναν να μεγαλώσει. Μάλιστα λόγω της ανθεκτικότητάς του έφτανε σε όλες τις περιοχές ζωντανό και οι ψαράδες έκαναν χρυσές δουλειές.
Ο Αριστοτελικός ελληνικός Γουλιανός
(Silurus aristotelis)
Στην Ελλάδα εκτός από το ενδημικό είδος Silurus aristotelis (κοινώς γλανίδι), υπάρχει και το είδος Sίlurus glanis το κοινό είδος Γουλιανού, που μπορεί να υπερβεί τα 2 μ. μήκος. Εμείς όμως θα ασχοληθούμε σήμερα με το Γουλιανό που συναντάται στην γεωγραφική μας ενότητα τον Silurus aristotelis.
Μελετήθηκε συστηματικά για πρώτη φορά το 1856 από τον Ελβετό φυσιοδίφη J. L. R. Agassiz ο οποίος χρησιμοποίησε στην επιστημονική ονομασία του είδους, το όνομα του μεγάλου φιλοσόφου της αρχαιότητας Αριστοτέλη που το είχε περιγράψει πρώτος στα συγγράμματά του.
Απαντάται αποκλειστικά στον Αχελώο στις κοντινές του λίμνες και στους παραποτάμους του. Ξεχωρίζει εύκολα από το κοινό είδος διότι έχει δύο μόνον ζεύγη «μουστάκια», ένα μεγάλο και ένα μικρό (δηλ. συνολικά 4 ενώ ο κοινός έχει 6 - τρία ζεύγη).
Ο Γουλιανός είναι ιδιαίτερα αρπακτικό ψάρι. Καταβροχθίζει κάθε είδος υδρόβιου ζώου, μικρά και μεγάλα ψάρια, καραβίδες του γλυκού νερού, βατράχια, καθώς επίσης αρουραίους και ποντίκια.
Κατά την διάρκεια της ημέρας καταφεύγει σε κρυψώνες και με τον ερχομό της νύχτας αρχίζει την αναζήτηση τροφής παραμένοντας δραστήριος σε όλη την διάρκειά της.
Ο Γουλιανός εμφανίζεται πολύ αρπακτικός και με μεγάλη όρεξη, μετά την περίοδο αναπαραγωγής και σε όλη την διάρκεια του καλοκαιριού.
Με την έναρξη της ψυχρής περιόδου σταματάει την αναζήτηση τροφής και μεταπίπτει σε ένα είδος χειμέριας νάρκης, παραμένοντας σε βαθιά, καλά προφυλαγμένα σημεία, τα μεν νεαρά άτομα ομαδικά, ενώ τα μεγαλύτερα μεμονωμένα.
Ο Γουλιανός αναπαράγεται την περίοδο Μαΐου - Ιουνίου και σε κάθε περίπτωση όχι κάτω από τους 18° C θερμοκρασίας των νερών, γεγονός που σημαίνει ότι σε λίμνες βορειοτέρων περιοχών, η περίοδος αναπαραγωγής μπορεί να μετατοπισθεί προς τον Ιούλιο ακόμη και Αύγουστο.
Ο αριθμός των αυγών που αποθέτει ένα θηλυκό άτομο έχει υπολογισθεί ότι φθάνει τα 30.000 ανά κιλό σωματικού βάρους. Τα ανοιχτού κιτρίνου χρώματος αυγά, τοποθετούνται σε ένα είδος «φωλιάς».
Η επώαση διαρκεί 3-10 ημέρες, αναλόγως της θερμοκρασίας των νερών και στο διάστημα αυτό το αρσενικό αναλαμβάνει την φύλαξη των αυγών. Μετά την εκκόλαψη, τα μήκους 6-8 χιλιοστών λεκιθοφόρα ιχθύδια, κατά τις πρώτες ημέρες στερεώνονται με τα συλληπτικά τους όργανα και παραμένουν ακίνητα στο χείλος της «φωλιάς».
Μετά την απορρόφηση του λεκιθικού σάκκου, τα ατελή ιχθύδια αρχίζουν την αναζήτηση ζωοπλαγκτού για την διατροφή τους. Μετά από 3-4 εβδομάδες, τα νεαρά ιχθύδια φθάνουν τα 3-4 εκατοστά μήκος, ενώ στο τέλος του πρώτου καλοκαφιού τα 20 εκατοστά περίπου και βάρος 250 - 300 γραμμάρια.
Ο γουλιανός είναι ψάρι με μέτριες έως ελάχιστες απαιτήσεις σε οξυγόνο και αυτός είναι ο λόγος που προτιμάει λίμνες και ποτάμια με μαλακό, αμμώδη ή λασπώδη, πυθμένα.
Είναι πολύ μακρόβιο ψάρι και φθάνει τα 60 χρόνια αν και ορισμένοι υποστηρίζουν ότι εφ' όσον υπάρξουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις μπορεί να ξεπεράσει άνετα αυτή την ηλικία.
Πρέπει να επιστήσουμε την προσοχή σε μία ιδιότητα του γουλιανού: Στο πλάσμα του αίματός του υπάρχει μια εξαιρετικά δηλητηριώδης ουσία, η οποία μπορεί να προκαλέσει τοξικά φαινόμενα, εάν εισαχθεί στην κυκλοφορία του αίματος ενός ανθρώπου δηλ. παρεντερικά. Κάτι τέτοιο είναι εύκολο να συμβεί σε περίπτωση ύπαρξης ανοιχτών τραυμάτων στα χέρια ή σε άλλο σημείο του σώματος, κατά τον χειρισμό του ψαριού. Η ουσία αυτή καταστρέφεται με τον βρασμό ή το ψήσιμο και είναι τελείως ακίνδυνη κατά την πέψη. Τα αυγά του γουλιανού χρησιμοποιούνται για την παρασκευή ενός είδους χαβιαριού, ενώ η νηκτική του κύστη για την παρασκευή εξαιρετικής ποιότητας ιχθυόκολλας.
Ο Γουλιανός στην υπόλοιπη
Ελλάδα και Ευρώπη.
Το γένος Silurus (κοινώς Γουλιανός ή Γλανίδι), συναντάται στους ποταμούς και τις λίμνες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης με το πλέον κοινό είδος, το Silurus glanis. Αφθονεί στις λεκάνες των ποταμών Δούναβη, Ντόν και Βόλγα, καθώς και στους παραποτάμους τους. Στην Ελλάδα αυτό το είδος το συναντάμε στις λίμνες και τα ποτάμια της Μακεδονίας, της Θράκης, και της Θεσσαλίας. Στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης είναι περιζήτητο ψάρι για το γευστικό κρέας του το οποίο μαγειρεύεται με διάφορες συνταγές.