Πέρασμα καλό μου ‘πανε.
Τράβα εκεί κάτι θα περάσει.
Δεν μου ‘παν όμως ότι θα δω
και θα ακούσω αυτά που άκουσα σήμερα...
Τοποθεσία Ευρυτανία, συγκεκριμένα κάποια ραχούλα, κάποιο καρτέρι που όποιος το διαβάσει θα λέει: «Ναι, ξέρω που ήτανε.»
Όμορφο σύραχο, αν υπάρχουν πουλιά κάτι θα περάσει. Μα η ομορφιά της φύσης εδώ δεν περιγράφεται. Λαγκάδι από ‘δω, ρέμα από ‘κει, πλαγιές από τις δύο μεριές, ένα αμφιθέατρο σαν ένα τεράστιο θέατρο Επιδαύρου. Κάθομαι στην φυλάχτρα μου και το μυαλό μου αρχίζει να βλέπει όλο το σκηνικό σαν να είμαι ο καλεσμένος επίσημος σ’ αυτόν τον χώρο.
Εκεί που σκέφτομαι όλα αυτά, κάτι σαν ρυθμικό, σαν κάποιος τυμπανιστής να δοκιμάζει τα τύμπανά του πριν κάποια εκτέλεση μουσικής, κάτι ωραίο αρχίζει να δημιουργείται μικρά μεγάλα τύμπανα, σε κάποιο ίσως καινούργιο ρυθμό. Πρόβατα εμφανίζονται στην ραχούλα, η μουσική φουντώνει σαν κάποιο καινούργιο τραγούδι RENKE του Μαργαρίτη ή σαν να ‘σαι σε κάποιο κέντρο στην Νέα Ορλεάνη της Λουϊζιάνας, τι αρμονία!! Και εκεί που με απορροφούσε αυτή η μουσική, δεξιά, αρχίζει κάποιος να κουρδίσει το κόντρα μπάσο και το τσέλο. Κάποια γίδια αρχίζουν να φαίνονται από την άλλη ραχούλα. Εγώ πάντα στη μέση, πρώτη Θέση! Αρχίζει το γογοοοο-γι γι γι, βαρύτονα έγχορδα, με βιόλες και τελικά ο σολίστας με το βιολί (ψηλός κήπρος) σου τρυπάει τα’ αυτιά με γλυκό πάντα ήχο. Λέω μέσα μου είναι ο GIL SHAHAM ή ο ITSACK PERMAN ή ίσως ο Γιώργος Κόρος με τα βυζαντινά γυρίσματα του;;; Τι άκουσμα!!!
Ακούω όλα αυτά και βλέπω το θέατρο που βρισκόμουν. Δεξιά η πλαγιά ξανθοκόκκινη (τα φύλλα από τις βελανιδιές άρχισαν ν’ αλλάζουν χρώμα) είναι σαν να κατέβηκαν κάποιοι βόρειοι Σκανδιναβοί να δουν την παράσταση. Αριστερά και χαμηλά, μελαψοί και γκρίζοι που κατέβηκαν από τα λεωφορεία να ‘ναι και αυτοί στην συναυλία (αριές γκρίζες και ασημί όπως το λίγο αεράκι κουνάει τα κλωνάρια ). Ανάμεσα παντού οι Έλληνες τσουπουρίσοι (πουρνάρια-φελίκια, σφεντάμια, ψιεράντζες, πλατάνια, κουμαριές, κουτσουπιές, κέδρα, κουκουρευτίες και κάπου - κάπου κανένας μέλεγας) γεμίζουν τα κενά και έτσι οι θέσεις συμπληρώνονται λίγο λίγο. Εγώ πάντα στην πρώτη θέση.
Ο πρωινός ήλιος αρχίζει να χτυπά τις πλαγιές, τα χρώματα γίνονται πιο πολλά, η ποικιλία μεγαλώνει και εγώ μπαίνω πιο πολύ σ ‘αυτόν τον φανταστικό παράδεισο. Πάντα πρώτη θέση. Οι ορχήστρες πια έχουν μπει σε μεγάλο ρυθμό απόδοσης. Το ρυθμικό από αριστερά δοκιμάζει κάποια καινούργια δημιουργία. Από δεξιά τα έγχορδα παίζουν κάποια συμφωνία του Μπετόβεν ή κάποιο κονσέρτο το ΤΣΑΪΚΟΒΣΚΙ. Όλα ανεβαίνουν έχω ξεχάσει γιατί είμαι εκεί, όλα είναι τέλεια αλλά σαν κάτι να λείπει. Α άκου άκου, μέσα σ’ όλο αυτό το σενάριο κάτι καινούργιο μπαίνει. Μια ψηλή φωνή, ένα κελάηδισμα, κάτι υπέροχο, μια μικρή σκύλα με φανταστική φωνή κυνηγά κάποιο τετράποδο και ακούγεται σαν την Μαρία Κάλλας στην σκάλα του Μιλάνο, το 1960. Η απόλαυση αυτή κορυφώνεται όταν ανεβαίνει και πιο κοντά, περνάει κοντά, την βλέπουν, ωραίο θέαμα, όμορφη, δεν είδα τι κυνηγούσε, δεν μ’ ένοιαζε, να την ακούω μόνο φτάνει (χαρά του που την έχει κι ας είναι για όσους ξέρουν αμάτωτη). Η μουσική συνεχίζει τουλάχιστον μισή ώρα. Ένοιωσα ευτυχής που μου δόθηκε η τιμή να ζήσω αυτό. Δεν μου κόστισε τίποτα. Δεν πλήρωσα εισιτήριο, εκτός αν υπολογίσεις δύο πεσίματα, κάποιο αρκετό λαχάνιασμα (είμαι 72 βλέπεις) και κάποιο τσερέμιασμα από κρύο. Όλα πηγαίνουν υπέροχα όταν ο λόγος που βρέθηκα εκεί παρουσιάστηκε. Δύο φάσες ήρθαν απότομα, δεν είδα από πού ήρθαν, ξαφνιάστηκα, πήγα να πέσω προσπαθώντας να σηκώσω το όπλο. Δεν πρόλαβα, κούνησα το κεφάλι και λέω: «Και τι έγινε; Εγώ είχα την πιο καλή εμπειρία.» . σιγά - σιγά όμως τα γίδια κρύφτηκαν, τα πρόβατα κατέβηκαν χαμηλά, η “Κάλλας” έγειρε πίσω σε άλλη λαγκάδα και εγώ έμεινα να θαυμάζω την φύση. Πάντα πρώτη θέση!!! Ώρες αργότερα κατηφορίζω την πλαγιά αφού πολλές φορές κοίταξα πίσω, να δω μήπως μου ξέφυγε κάτι.
Ήταν υπέροχο μέρος αλλά αυτό είμαι σίγουρος συμβαίνει σε πολλά μέρη της Ευρυτανίας. Είναι ευλογημένος τόπος και αν είσαι Ευρυτάνας είσαι πάντα περήφανος.
Εγώ πάντως είμαι και όταν λείπω η ψυχή μου και ο νους μου είναι εδώ κάπου σε κάποια πλαγιά ή σε κάποια ράχη, πάντα όμως υπερήφανος!!
Τράβα εκεί κάτι θα περάσει.
Δεν μου ‘παν όμως ότι θα δω
και θα ακούσω αυτά που άκουσα σήμερα...
Τοποθεσία Ευρυτανία, συγκεκριμένα κάποια ραχούλα, κάποιο καρτέρι που όποιος το διαβάσει θα λέει: «Ναι, ξέρω που ήτανε.»
Όμορφο σύραχο, αν υπάρχουν πουλιά κάτι θα περάσει. Μα η ομορφιά της φύσης εδώ δεν περιγράφεται. Λαγκάδι από ‘δω, ρέμα από ‘κει, πλαγιές από τις δύο μεριές, ένα αμφιθέατρο σαν ένα τεράστιο θέατρο Επιδαύρου. Κάθομαι στην φυλάχτρα μου και το μυαλό μου αρχίζει να βλέπει όλο το σκηνικό σαν να είμαι ο καλεσμένος επίσημος σ’ αυτόν τον χώρο.
Εκεί που σκέφτομαι όλα αυτά, κάτι σαν ρυθμικό, σαν κάποιος τυμπανιστής να δοκιμάζει τα τύμπανά του πριν κάποια εκτέλεση μουσικής, κάτι ωραίο αρχίζει να δημιουργείται μικρά μεγάλα τύμπανα, σε κάποιο ίσως καινούργιο ρυθμό. Πρόβατα εμφανίζονται στην ραχούλα, η μουσική φουντώνει σαν κάποιο καινούργιο τραγούδι RENKE του Μαργαρίτη ή σαν να ‘σαι σε κάποιο κέντρο στην Νέα Ορλεάνη της Λουϊζιάνας, τι αρμονία!! Και εκεί που με απορροφούσε αυτή η μουσική, δεξιά, αρχίζει κάποιος να κουρδίσει το κόντρα μπάσο και το τσέλο. Κάποια γίδια αρχίζουν να φαίνονται από την άλλη ραχούλα. Εγώ πάντα στη μέση, πρώτη Θέση! Αρχίζει το γογοοοο-γι γι γι, βαρύτονα έγχορδα, με βιόλες και τελικά ο σολίστας με το βιολί (ψηλός κήπρος) σου τρυπάει τα’ αυτιά με γλυκό πάντα ήχο. Λέω μέσα μου είναι ο GIL SHAHAM ή ο ITSACK PERMAN ή ίσως ο Γιώργος Κόρος με τα βυζαντινά γυρίσματα του;;; Τι άκουσμα!!!
Ακούω όλα αυτά και βλέπω το θέατρο που βρισκόμουν. Δεξιά η πλαγιά ξανθοκόκκινη (τα φύλλα από τις βελανιδιές άρχισαν ν’ αλλάζουν χρώμα) είναι σαν να κατέβηκαν κάποιοι βόρειοι Σκανδιναβοί να δουν την παράσταση. Αριστερά και χαμηλά, μελαψοί και γκρίζοι που κατέβηκαν από τα λεωφορεία να ‘ναι και αυτοί στην συναυλία (αριές γκρίζες και ασημί όπως το λίγο αεράκι κουνάει τα κλωνάρια ). Ανάμεσα παντού οι Έλληνες τσουπουρίσοι (πουρνάρια-φελίκια, σφεντάμια, ψιεράντζες, πλατάνια, κουμαριές, κουτσουπιές, κέδρα, κουκουρευτίες και κάπου - κάπου κανένας μέλεγας) γεμίζουν τα κενά και έτσι οι θέσεις συμπληρώνονται λίγο λίγο. Εγώ πάντα στην πρώτη θέση.
Ο πρωινός ήλιος αρχίζει να χτυπά τις πλαγιές, τα χρώματα γίνονται πιο πολλά, η ποικιλία μεγαλώνει και εγώ μπαίνω πιο πολύ σ ‘αυτόν τον φανταστικό παράδεισο. Πάντα πρώτη θέση. Οι ορχήστρες πια έχουν μπει σε μεγάλο ρυθμό απόδοσης. Το ρυθμικό από αριστερά δοκιμάζει κάποια καινούργια δημιουργία. Από δεξιά τα έγχορδα παίζουν κάποια συμφωνία του Μπετόβεν ή κάποιο κονσέρτο το ΤΣΑΪΚΟΒΣΚΙ. Όλα ανεβαίνουν έχω ξεχάσει γιατί είμαι εκεί, όλα είναι τέλεια αλλά σαν κάτι να λείπει. Α άκου άκου, μέσα σ’ όλο αυτό το σενάριο κάτι καινούργιο μπαίνει. Μια ψηλή φωνή, ένα κελάηδισμα, κάτι υπέροχο, μια μικρή σκύλα με φανταστική φωνή κυνηγά κάποιο τετράποδο και ακούγεται σαν την Μαρία Κάλλας στην σκάλα του Μιλάνο, το 1960. Η απόλαυση αυτή κορυφώνεται όταν ανεβαίνει και πιο κοντά, περνάει κοντά, την βλέπουν, ωραίο θέαμα, όμορφη, δεν είδα τι κυνηγούσε, δεν μ’ ένοιαζε, να την ακούω μόνο φτάνει (χαρά του που την έχει κι ας είναι για όσους ξέρουν αμάτωτη). Η μουσική συνεχίζει τουλάχιστον μισή ώρα. Ένοιωσα ευτυχής που μου δόθηκε η τιμή να ζήσω αυτό. Δεν μου κόστισε τίποτα. Δεν πλήρωσα εισιτήριο, εκτός αν υπολογίσεις δύο πεσίματα, κάποιο αρκετό λαχάνιασμα (είμαι 72 βλέπεις) και κάποιο τσερέμιασμα από κρύο. Όλα πηγαίνουν υπέροχα όταν ο λόγος που βρέθηκα εκεί παρουσιάστηκε. Δύο φάσες ήρθαν απότομα, δεν είδα από πού ήρθαν, ξαφνιάστηκα, πήγα να πέσω προσπαθώντας να σηκώσω το όπλο. Δεν πρόλαβα, κούνησα το κεφάλι και λέω: «Και τι έγινε; Εγώ είχα την πιο καλή εμπειρία.» . σιγά - σιγά όμως τα γίδια κρύφτηκαν, τα πρόβατα κατέβηκαν χαμηλά, η “Κάλλας” έγειρε πίσω σε άλλη λαγκάδα και εγώ έμεινα να θαυμάζω την φύση. Πάντα πρώτη θέση!!! Ώρες αργότερα κατηφορίζω την πλαγιά αφού πολλές φορές κοίταξα πίσω, να δω μήπως μου ξέφυγε κάτι.
Ήταν υπέροχο μέρος αλλά αυτό είμαι σίγουρος συμβαίνει σε πολλά μέρη της Ευρυτανίας. Είναι ευλογημένος τόπος και αν είσαι Ευρυτάνας είσαι πάντα περήφανος.
Εγώ πάντως είμαι και όταν λείπω η ψυχή μου και ο νους μου είναι εδώ κάπου σε κάποια πλαγιά ή σε κάποια ράχη, πάντα όμως υπερήφανος!!