Την Κυριακή 6 Απρίλη, έγινε μια πολύωρη και μαζική εκδήλωση στο Καρπενήσι με θέμα: «Ανεμογεννήτριες και υδροηλεκτρικά: Τα θέλουμε στην Ευρυτανία;» που διοργάνωνε η Κίνηση πολιτών για την προστασία του Ευρυτανικού περιβάλλοντος με την επικουρία του Δήμου και άλλων φορέων.
Πριν από λίγα χρόνια η απάντηση στο θέμα της εκδήλωσης ήταν καταφατική για όλη την Ελλάδα. Ήταν στις αρχές του 21ου αιώνα, όταν κάτι περίεργοι και γραφικοί «τοπικιστές» άρχισαν να αμφισβητούν αυτό που μέχρι τότε έμοιαζε αδιαπραγμάτευτα οικολογικό και προοδευτικό: Την άκριτη εγκατάσταση ανεμογεννητριών όπου βόλευε τους «αεριτζήδες» που είχαν αρχίσει να εμφανίζονται περιβεβλημένοι με το φωτοστέφανο της προστασίας του περιβάλλοντος και της πράσινης ανάπτυξης. Διάσημες περιβαλλοντικές οργανώσεις με πιο χαρακτηριστική την Greenpeace, κόμματα από όλο σχεδόν το πολιτικό φάσμα, επιμελητήρια και φορείς, είχαν ανακαλύψει την πανάκεια όλων των δεινών: φθηνό ρεύμα, απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, λύτρωση των λιγνιτικών περιοχών, μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, ενεργειακή αυτάρκεια της χώρας, δημοκρατική αποκέντρωση των πηγών ενέργειας, τόνωση της εγχώριας αγοράς και της απασχόλησης.
Ο γενικός ενθουσιασμός ακόμη και πολλών καλοπροαίρετων αριστερών και οικολόγων, έμελε γρήγορα να διαψευστεί. Δεν πέρασε πολύς καιρός, όταν άρχισε να γίνεται αντιληπτό με τον πιο ωμό τρόπο για αρκετές περιοχές της χώρας, ότι όλα τα παραπάνω είχαν επιστρατευτεί για να χρυσώσουν το γνωστό “business as usual” ή επί το ελληνικότερο «για τα λεφτά τα κάνεις όλα». Στα πλαίσια της προετοιμασίας της απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας, η ΔΕΗ κρατήθηκε επιμελώς έξω από τον χορό, ενώ οι διάφορες ευνοϊκές ρυθμίσεις προετοιμάζονταν με νομοθετήματα και υπουργικές αποφάσεις. Τα σωτήρια έτη 2006- 2007 ήταν ιδιαίτερα σημαντικά για πολλές περιοχές που αποτέλεσαν στόχο των «πράσινων επενδυτών», ιδιαίτερα όσες έτυχε να βρίσκονται καθ’ οδόν των δικτύων μεταφοράς προς την Αθήνα. Δεκάδες αιτήσεις και εγκρίσεις για γιγάντια αιολικά πάρκα, που ξεκίνησαν να κατασκευάζονται γρήγορα σε όσες περιοχές δεν έβρισκαν μεγάλες αντιστάσεις όπως για παράδειγμα στη Ν. Εύβοια. Βουνά, δάση, μοναδικά τοπία και νησιά, άρχισαν να παραχωρούνται σωρηδόν με απλή κατάθεση φακέλου, σε γνωστές και άγνωστες εταιρείες για να τα μετατρέψουν σε εργοτάξια. Τον επόμενο χρόνο, με το περίφημο χωροταξικό των ΑΠΕ, ο αρμόδιος υπουργός κ. Σουφλιάς επιβεβαίωνε ανενδοίαστα την ανάγκη να εξυπηρετηθούν οι «επενδυτές», ανάγκη που ανέλαβε να καλύψει ακόμη πιο δραστικά η επόμενη υπουργός Τ. Μπιρμπίλη, ανοίγοντας το παιχνίδι και για νέα ελκυστικά προϊόντα. Όπως τα φωτοβολταικά, που για να «αξιοποιηθεί» κατάλληλα και η γεωργική γη χρειάστηκε να δελεάσουν και τους αγρότες. Ή τα μικρά υδροηλεκτρικά για τα οποία χρειάστηκε να …διαστείλουν κάπως την έννοια του μικρού τριπλασιάζοντας το μέγεθος (από 5 MW σε 10 και μετά σε 15). Ή η βιομάζα και τα απόβλητα. Ή ακόμη και εργοστάσιο που καίει φυσικό αέριο αν τυχαίνει να σε λένε Μυτιληναίο.
Τα επόμενα χρόνια, οι εγκρίσεις έπεσαν βροχή. Δεκάδες γνωμοδοτήσεις περνούσαν σε δημοτικά, νομαρχιακά και περιφερειακά συμβούλια και σφραγίζονταν από το ΥΠΕΚΑ και το Ανάπτυξης. Οι αρμόδιες ελεγκτικές υπηρεσίες δεν κουράζονταν πολύ. Στην Στερεά Ελλάδα για παράδειγμα, οι περισσότερες υπηρεσιακές εισηγήσεις για έργα ΑΠΕ επικαλούνται πανομοιότυπα και με αφοπλιστική απλότητα «τη θετική συμβολή στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας». Όπου και αν βρίσκονταν, ότι μέγεθος και αν είχαν, για όποια μορφή και αν επρόκειτο, ανεξάρτητα από το πόσα άλλα αντίστοιχα «σωτήρια» έργα ΑΠΕ είχαν σχεδιαστεί για τα ίδια μέρη, κανείς δεν αισθανόταν υποχρεωμένος να ελέγξει τις πιθανές επιπτώσεις. Το «πάρτυ» φούντωσε τόσο, που στο νομοσχέδιο για τις ΑΠΕ, χρειάστηκε να γίνει ειδική μνεία για το εμπόριο αδειών. Αφού έγινε τόσο απλό και φθηνό να εξασφαλίσεις την δωρεάν χρήση μιας ή περισσότερων βουνοκορφών, όποιος προλάβαινε πρώτος, έβγαζε μια άδεια και μετά έψαχνε να βρει αγοραστές. Οι οποίοι με τη σειρά τους τις χρησιμοποιούσαν όχι μόνο για να μας πουλήσουν πανάκριβο ρεύμα με εγγυημένη τιμή, αλλά και για να πάρουν επιδοτήσεις και δάνεια ή για να αυξήσουν κυριολεκτικά τις μετοχές τους. Είναι ενδεικτικό ότι σήμερα, έχουμε αισίως εγκαταστήσει στη χώρα 17 GW με συμβατικά και ΑΠΕ ενώ η μέγιστη ζήτηση δεν ξεπερνάει τα 10 GW, σύμφωνα με τον ΑΔΜΗΕ. Εκκρεμούν ακόμη 32 GW εγκεκριμένων έργων ΑΠΕ ενώ άλλα 24 GW που βρίσκονται στο στάδιο της αίτησης και στην συντριπτική τους πλειοψηφία αφορούν αιολικά.
Ας δούμε λοιπόν τι απέμεινε από το αρχικό «όραμα» που πολλοί συνεχίζουν να επικαλούνται:
Φθηνό ρεύμα; Μέσα στις αλματώδεις διαδοχικές αυξήσεις που επιβάλλει η ιδιωτικοποίηση όλων των μορφών ενέργειας, το ειδικό τέλος για τις ΑΠΕ (ΕΤΜΕΑΡ) αυξήθηκε μέσα σε δυόμισι χρόνια από 0,30 ευρώ/MWH σε 20,8 ευρώ (αύξηση 6.933%).
Απεξάρτηση από ορυκτά καύσιμα; Η συνολική ισχύς των θερμικών μονάδων είναι σήμερα -λόγω κρίσης- όση και το 2004, ενώ αυξανόταν σημαντικά μέχρι και το 2011.
Ενεργειακή αυτάρκεια; Πολλαπλασιάστηκαν τεράστιες ιδιωτικές μονάδες με καύσιμο εισαγόμενο φυσικό αέριο για να «ρυθμίζουν» τις αστάθειες των μεγάλων και ατάκτως ειρημένων αιολικών.
Δημοκρατική αποκέντρωση; Ελάχιστες μεγάλες εγχώριες και πολυεθνικές εταιρείες –που διαθέτουν επίσης θερμικά και πυρηνικά εργοστάσια - συγκεντρώνουν άμεσα ή έμμεσα το σύνολο σχεδόν της αιολικής παραγωγής και μέσω αυτής βουνά και ποτάμια.
Ανάπτυξη και απασχόληση; Εισάγουμε σχεδόν το σύνολο του απαραίτητου εξοπλισμού κυρίως από Κίνα και Γερμανία και οι ελάχιστες θέσεις απασχόλησης αφορούν συντήρηση και εποπτεία.
Σήμερα απειλείται και η Ευρυτανία, μια από τις ελάχιστες ακόμη παρθένες περιοχές στη χώρα, ένας από τους τελευταίους παράδεισους, με ανυπολόγιστη οικολογική, αισθητική και ιστορική αξία. Με τεράστιες οικονομικές επιπτώσεις όχι μόνο για τους ντόπιους, αλλά για όλους. Όχι μόνο γιατί χάνουμε σε τουρισμό ή γιατί εμείς όλοι οι ταλαίπωροι κάτοικοι αυτής της χώρας, θα χρυσοπληρώσουμε τις μπίζνες των ομίλων. Αλλά και γιατί κινδυνεύουν τα ποτάμια που τροφοδοτούν και το κλεινόν άστυ. Κινδυνεύει να διασαλευτεί οριστικά το οικοσύστημα που συντηρεί το κλίμα και υποστηρίζει τη ζωή και τις παραγωγικές δραστηριότητες. Τα δεκάδες υδροηλεκτρικά που σχεδιάζονται σε όλα τα ορεινά ποτάμια και οι εκατοντάδες γιγάντιες ανεμογεννήτριες στις βουνοκορφές, συνεπάγονται τεράστιες εκχερσώσεις, δρόμους, χιλιάδες τόνους τσιμέντων, κτίρια, εκτροπές ποταμών, φράγματα, αγωγούς, υποσταθμούς, καλώδια και πυλώνες. Δεν προστατεύουν το περιβάλλον. Το δυναμιτίζουν.
Όσοι είχαμε από νωρίς επισημάνει τον καταστροφικό τρόπο που είχε επιλεγεί για την προώθηση των ΑΠΕ, συνεχίζουμε να υποστηρίζουμε ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μπορούν να έχουν πολλά πλεονεκτήματα. Αρκεί να αποτελέσουν μέρος ενός δημόσιου ενεργειακού σχεδιασμού που θα αξιολογεί το ρεύμα ως κοινωνικό αγαθό, θα δίνει προτεραιότητα στην εξοικονόμηση, στην αποκέντρωση, στην ένταξή τους στα τοπικά παραγωγικά σχέδια, στον κοινωνικό έλεγχο. Τότε και μόνο θα γίνει εφικτό το «όραμα» της αειφόρου κάλυψης των πραγματικών αναγκών σε ενέργεια. Ο αγώνας των πολιτών της Ευρυτανίας, συναντιέται με αγώνες σε όλα τα μέρη της Ελλάδας που υπερασπίζουν τους τόπους, το παρόν και το μέλλον. Το δικό τους και το δικό μας.
Πριν από λίγα χρόνια η απάντηση στο θέμα της εκδήλωσης ήταν καταφατική για όλη την Ελλάδα. Ήταν στις αρχές του 21ου αιώνα, όταν κάτι περίεργοι και γραφικοί «τοπικιστές» άρχισαν να αμφισβητούν αυτό που μέχρι τότε έμοιαζε αδιαπραγμάτευτα οικολογικό και προοδευτικό: Την άκριτη εγκατάσταση ανεμογεννητριών όπου βόλευε τους «αεριτζήδες» που είχαν αρχίσει να εμφανίζονται περιβεβλημένοι με το φωτοστέφανο της προστασίας του περιβάλλοντος και της πράσινης ανάπτυξης. Διάσημες περιβαλλοντικές οργανώσεις με πιο χαρακτηριστική την Greenpeace, κόμματα από όλο σχεδόν το πολιτικό φάσμα, επιμελητήρια και φορείς, είχαν ανακαλύψει την πανάκεια όλων των δεινών: φθηνό ρεύμα, απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, λύτρωση των λιγνιτικών περιοχών, μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, ενεργειακή αυτάρκεια της χώρας, δημοκρατική αποκέντρωση των πηγών ενέργειας, τόνωση της εγχώριας αγοράς και της απασχόλησης.
Ο γενικός ενθουσιασμός ακόμη και πολλών καλοπροαίρετων αριστερών και οικολόγων, έμελε γρήγορα να διαψευστεί. Δεν πέρασε πολύς καιρός, όταν άρχισε να γίνεται αντιληπτό με τον πιο ωμό τρόπο για αρκετές περιοχές της χώρας, ότι όλα τα παραπάνω είχαν επιστρατευτεί για να χρυσώσουν το γνωστό “business as usual” ή επί το ελληνικότερο «για τα λεφτά τα κάνεις όλα». Στα πλαίσια της προετοιμασίας της απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας, η ΔΕΗ κρατήθηκε επιμελώς έξω από τον χορό, ενώ οι διάφορες ευνοϊκές ρυθμίσεις προετοιμάζονταν με νομοθετήματα και υπουργικές αποφάσεις. Τα σωτήρια έτη 2006- 2007 ήταν ιδιαίτερα σημαντικά για πολλές περιοχές που αποτέλεσαν στόχο των «πράσινων επενδυτών», ιδιαίτερα όσες έτυχε να βρίσκονται καθ’ οδόν των δικτύων μεταφοράς προς την Αθήνα. Δεκάδες αιτήσεις και εγκρίσεις για γιγάντια αιολικά πάρκα, που ξεκίνησαν να κατασκευάζονται γρήγορα σε όσες περιοχές δεν έβρισκαν μεγάλες αντιστάσεις όπως για παράδειγμα στη Ν. Εύβοια. Βουνά, δάση, μοναδικά τοπία και νησιά, άρχισαν να παραχωρούνται σωρηδόν με απλή κατάθεση φακέλου, σε γνωστές και άγνωστες εταιρείες για να τα μετατρέψουν σε εργοτάξια. Τον επόμενο χρόνο, με το περίφημο χωροταξικό των ΑΠΕ, ο αρμόδιος υπουργός κ. Σουφλιάς επιβεβαίωνε ανενδοίαστα την ανάγκη να εξυπηρετηθούν οι «επενδυτές», ανάγκη που ανέλαβε να καλύψει ακόμη πιο δραστικά η επόμενη υπουργός Τ. Μπιρμπίλη, ανοίγοντας το παιχνίδι και για νέα ελκυστικά προϊόντα. Όπως τα φωτοβολταικά, που για να «αξιοποιηθεί» κατάλληλα και η γεωργική γη χρειάστηκε να δελεάσουν και τους αγρότες. Ή τα μικρά υδροηλεκτρικά για τα οποία χρειάστηκε να …διαστείλουν κάπως την έννοια του μικρού τριπλασιάζοντας το μέγεθος (από 5 MW σε 10 και μετά σε 15). Ή η βιομάζα και τα απόβλητα. Ή ακόμη και εργοστάσιο που καίει φυσικό αέριο αν τυχαίνει να σε λένε Μυτιληναίο.
Τα επόμενα χρόνια, οι εγκρίσεις έπεσαν βροχή. Δεκάδες γνωμοδοτήσεις περνούσαν σε δημοτικά, νομαρχιακά και περιφερειακά συμβούλια και σφραγίζονταν από το ΥΠΕΚΑ και το Ανάπτυξης. Οι αρμόδιες ελεγκτικές υπηρεσίες δεν κουράζονταν πολύ. Στην Στερεά Ελλάδα για παράδειγμα, οι περισσότερες υπηρεσιακές εισηγήσεις για έργα ΑΠΕ επικαλούνται πανομοιότυπα και με αφοπλιστική απλότητα «τη θετική συμβολή στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας». Όπου και αν βρίσκονταν, ότι μέγεθος και αν είχαν, για όποια μορφή και αν επρόκειτο, ανεξάρτητα από το πόσα άλλα αντίστοιχα «σωτήρια» έργα ΑΠΕ είχαν σχεδιαστεί για τα ίδια μέρη, κανείς δεν αισθανόταν υποχρεωμένος να ελέγξει τις πιθανές επιπτώσεις. Το «πάρτυ» φούντωσε τόσο, που στο νομοσχέδιο για τις ΑΠΕ, χρειάστηκε να γίνει ειδική μνεία για το εμπόριο αδειών. Αφού έγινε τόσο απλό και φθηνό να εξασφαλίσεις την δωρεάν χρήση μιας ή περισσότερων βουνοκορφών, όποιος προλάβαινε πρώτος, έβγαζε μια άδεια και μετά έψαχνε να βρει αγοραστές. Οι οποίοι με τη σειρά τους τις χρησιμοποιούσαν όχι μόνο για να μας πουλήσουν πανάκριβο ρεύμα με εγγυημένη τιμή, αλλά και για να πάρουν επιδοτήσεις και δάνεια ή για να αυξήσουν κυριολεκτικά τις μετοχές τους. Είναι ενδεικτικό ότι σήμερα, έχουμε αισίως εγκαταστήσει στη χώρα 17 GW με συμβατικά και ΑΠΕ ενώ η μέγιστη ζήτηση δεν ξεπερνάει τα 10 GW, σύμφωνα με τον ΑΔΜΗΕ. Εκκρεμούν ακόμη 32 GW εγκεκριμένων έργων ΑΠΕ ενώ άλλα 24 GW που βρίσκονται στο στάδιο της αίτησης και στην συντριπτική τους πλειοψηφία αφορούν αιολικά.
Ας δούμε λοιπόν τι απέμεινε από το αρχικό «όραμα» που πολλοί συνεχίζουν να επικαλούνται:
Φθηνό ρεύμα; Μέσα στις αλματώδεις διαδοχικές αυξήσεις που επιβάλλει η ιδιωτικοποίηση όλων των μορφών ενέργειας, το ειδικό τέλος για τις ΑΠΕ (ΕΤΜΕΑΡ) αυξήθηκε μέσα σε δυόμισι χρόνια από 0,30 ευρώ/MWH σε 20,8 ευρώ (αύξηση 6.933%).
Απεξάρτηση από ορυκτά καύσιμα; Η συνολική ισχύς των θερμικών μονάδων είναι σήμερα -λόγω κρίσης- όση και το 2004, ενώ αυξανόταν σημαντικά μέχρι και το 2011.
Ενεργειακή αυτάρκεια; Πολλαπλασιάστηκαν τεράστιες ιδιωτικές μονάδες με καύσιμο εισαγόμενο φυσικό αέριο για να «ρυθμίζουν» τις αστάθειες των μεγάλων και ατάκτως ειρημένων αιολικών.
Δημοκρατική αποκέντρωση; Ελάχιστες μεγάλες εγχώριες και πολυεθνικές εταιρείες –που διαθέτουν επίσης θερμικά και πυρηνικά εργοστάσια - συγκεντρώνουν άμεσα ή έμμεσα το σύνολο σχεδόν της αιολικής παραγωγής και μέσω αυτής βουνά και ποτάμια.
Ανάπτυξη και απασχόληση; Εισάγουμε σχεδόν το σύνολο του απαραίτητου εξοπλισμού κυρίως από Κίνα και Γερμανία και οι ελάχιστες θέσεις απασχόλησης αφορούν συντήρηση και εποπτεία.
Σήμερα απειλείται και η Ευρυτανία, μια από τις ελάχιστες ακόμη παρθένες περιοχές στη χώρα, ένας από τους τελευταίους παράδεισους, με ανυπολόγιστη οικολογική, αισθητική και ιστορική αξία. Με τεράστιες οικονομικές επιπτώσεις όχι μόνο για τους ντόπιους, αλλά για όλους. Όχι μόνο γιατί χάνουμε σε τουρισμό ή γιατί εμείς όλοι οι ταλαίπωροι κάτοικοι αυτής της χώρας, θα χρυσοπληρώσουμε τις μπίζνες των ομίλων. Αλλά και γιατί κινδυνεύουν τα ποτάμια που τροφοδοτούν και το κλεινόν άστυ. Κινδυνεύει να διασαλευτεί οριστικά το οικοσύστημα που συντηρεί το κλίμα και υποστηρίζει τη ζωή και τις παραγωγικές δραστηριότητες. Τα δεκάδες υδροηλεκτρικά που σχεδιάζονται σε όλα τα ορεινά ποτάμια και οι εκατοντάδες γιγάντιες ανεμογεννήτριες στις βουνοκορφές, συνεπάγονται τεράστιες εκχερσώσεις, δρόμους, χιλιάδες τόνους τσιμέντων, κτίρια, εκτροπές ποταμών, φράγματα, αγωγούς, υποσταθμούς, καλώδια και πυλώνες. Δεν προστατεύουν το περιβάλλον. Το δυναμιτίζουν.
Όσοι είχαμε από νωρίς επισημάνει τον καταστροφικό τρόπο που είχε επιλεγεί για την προώθηση των ΑΠΕ, συνεχίζουμε να υποστηρίζουμε ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μπορούν να έχουν πολλά πλεονεκτήματα. Αρκεί να αποτελέσουν μέρος ενός δημόσιου ενεργειακού σχεδιασμού που θα αξιολογεί το ρεύμα ως κοινωνικό αγαθό, θα δίνει προτεραιότητα στην εξοικονόμηση, στην αποκέντρωση, στην ένταξή τους στα τοπικά παραγωγικά σχέδια, στον κοινωνικό έλεγχο. Τότε και μόνο θα γίνει εφικτό το «όραμα» της αειφόρου κάλυψης των πραγματικών αναγκών σε ενέργεια. Ο αγώνας των πολιτών της Ευρυτανίας, συναντιέται με αγώνες σε όλα τα μέρη της Ελλάδας που υπερασπίζουν τους τόπους, το παρόν και το μέλλον. Το δικό τους και το δικό μας.