Τετάρτη 5 Σεπτεμβρίου 2012

ΕΝΑ ΠΕΡΑΣΜΑ ΣΤΟΝ ΚΡΙΚΕΛΟΠΟΤΑΜΟ… Γράφει ο Ηλίας Προβόπουλος

 Το Ληναράκι είναι ένας πολύ παλιός οικισμός της Καστανιάς Προυσού, ο οποίος κατά τα τελευταία χρόνια έχει εγκαταλειφθεί εντελώς και το χειρότερο είναι ότι η ξυλογέφυρα πάνω από τον νευρικό Κρικελοπόταμο που εξυπηρετούσε όσους είχαν ακόμη κάποια ζωντανά που τα πήγαιναν εκεί πέρα ή να τρυγήσουν κάτι λίγα αμπέλια που είχαν απομείνει, έχει σαπίσει και ήταν πολύ επικίνδυνη για όποιον  επιχειρούσε να την περάσει.

Έτσι, εκτός από τις τελευταίες μέρες του καλοκαιριού που λιγόστευαν τα νερά του ποταμού, κανένας πλην ελαχίστων κυνηγών δεν πάταγε το πόδι του στον παρατημένο οικισμό όπου φέτος όπως είδα σε μια πρόσφατη επίσκεψή μου εκεί, οι ροδιές που έχουν απομείνει, είναι κατάφορτες αλλά είναι ζήτημα αν κάποιος μαζέψει τον καρπό τους.
Το κυριότερο όμως και αυτό που απασχολεί πολλούς από την Καστανιά και ιδιαίτερα τον παπα Θανάση Ζαφείρη που μεγάλωσε εκεί απέναντι, στον οικισμό Ποτάμι και ο οποίος ήταν και ο άνθρωπος που μου μίλησε για το Ληναράκι που πρόλαβε να έχει 30 οικογένειες, είναι η πρόσβαση προς στην ωραία εκκλησία του Αϊ – Γιάννη Θεολόγου η οποία πανηγυρίζει στις 26 Σεπτεμβρίου αλλά είναι και πολλοί εκείνοι που θέλουν να πάνε να ανάψουν ένα κεράκι αλλά δεν μπορούν αφού δεν πατιέται πλέον η ξυλογέφυρα.

Το ενδιαφέρον όμως αυτό των Καστανιωτών άκουσαν οι αρχές και γι’ αυτό έστειλαν τις προάλλες ένα μηχάνημα (μπουλντόζα) την οποία χειρίζονταν ο Γιώργος Μήτσου και με την βοήθεια του Γιάννη Τσατσαράγκου που γνωρίζει καλά την περιοχή, ίσιαξε μια δίοδο μέσα στο ποτάμι να περνούν τα ψηλά αυτοκίνητα και τα φορτηγά και άνοιξε ένα δρόμο μέχρι κάτω από τη γέφυρα για να πάνε εκεί τα μηχανήματα που θα χρειαστούν να φτιάξουν το γεφύρι, οι εργασίες για το οποίο όπως έχει ακουστεί θα αρχίσουν πολύ σύντομα.
Τους πρόλαβα να δουλεύουν εκεί στις 22 Αυγούστου και μαζί με τον παπα - Θανάση και τους γιούς του Σωτήρη και Δημήτρη και για να μη βραχούμε, περάσαμε το ποτάμι μέσα στον κουβά της μπουλντόζας. Το γεγονός μας θύμισε το όχι και πολύ μακρινό χθες που η Ευρυτανία και γενικά η ορεινή Ελλάδα δεν είχε δει αμαξιτό δρόμο και πολλές φορές οι άνθρωποι περνούσαν τα φουσκωμένα ποτάμια πάνω σε αυτά τα θηριώδη μηχανήματα. 
Ένα χθες που καμιά φορά εμφανίζεται σαν κακό όνειρο για ορισμένους και άλλοτε, ως αφορμή να ξαναδούμε τα πράγματα από μια άλλη γωνιά, της αυτογνωσίας τουλάχιστον για το τι αληθινά είναι ο τόπος μας και πόσο δυνατά κρατούσε δεμένους τους ανθρώπους κοντά του. Και επίσης, να σχολιάζει την απόσταση που κράτησαν οι άνθρωποι, όταν για διάφορους λόγους ο καθένας απομακρύνθηκε από την γενέθλια γη και τις ρίζες τους.