Γράφει ο Καθηγητής του ΑΠΘ. Θανάσης Γιαννακόπουλος
Ο Νομός Ευρυτανίας έχει περιορισμένη γεωργική παραγωγή. Οι κυριότερες καλλιεργήσιμες εκτάσεις βρίσκονται στην περιοχή της Δυτικής Ευρυτανίας και της Λάσπης. Τα λιγοστά γεωργικά προϊόντα του Νομού είναι τα δημητριακά, τα όσπρια, τα μήλα, και τα κηπευτικά.
Ιδιαίτερη βαρύτητα δεν έχει δοθεί, επίσημα τουλάχιστον, στην στήριξη των αγροτικών γεωργικών προϊόντων του νομού μας και στην υπογράμμιση της τοπικής προέλευσης και ποιότητας. Σημειώνεται, ότι μετά δύο Παγκόσμια Συνέδρια που πραγματοποιήθηκαν πριν λίγα χρόνια, η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση του Νομού έβαλε το πρώτο βήμα..Χρειάζεται όμως συνέχεια από τους Ευρυτάνες και τους Φίλους της Ευρυτανίας.
Τα φασόλια για παράδειγμα της Λάσπης (Άγιος Νικόλαος) έχουν αναγνωριστεί από τους καταναλωτές ως προϊόντα ιδιαίτερης γεύσης, ενώ θα μπορούσαν να έχουν αναγνωρισθεί και επίσημα ως προϊόντα προστατευόμενης γεωγραφικής ένδειξης. Γεγονός που θα «μεγάλωνε» τη ζήτηση τους και θα έδινε απασχόληση σε νέους στην περιοχή. Δυστυχώς, ενώ χωριό σημαίνει παράδοση και προϊόν βιολογικό δεν έχουν γίνει βήματα στο Νομό για την ανάπτυξη και την στήριξη των βιολογικών ή τοπικών παραδοσιακών προϊόντων και καλλιεργειών.
Η κτηνοτροφία,παρά τη μείωση του αριθμού των προβάτων και των γιδιών που σήμερα υπάρχουν, σημείωσε σημαντική ανάπτυξη στους τομείς της παραγωγής, της επεξεργασίας και της εμπορίας των κτηνοτροφικών προϊόντων που αφορά το κρέας, το γάλα, και τα γαλακτοκομικά προϊόντα (κυρίως το τυρί). Δυστυχώς εδώ, λείπει ακόμη το σφαγείο που αποτελεί και το μοχλό στήριξης.
Η πολιτεία και η Τοπική Αυτοδιοίκηση πρέπει να αναπτύξουν μελέτες για την εξέλιξη και την ενίσχυση του κλάδου αυτού που είναι απόλυτα προσαρμοσμένος στο περιβάλλον του Νομού. Ακόμη τα τοπικά αγροτικά προϊόντα του Νομού μας ανήκουν στην κατηγορία των Ορεινών προϊόντων ποιότητας .Δηλαδή η παραγωγή και η επεξεργασία τους λαμβάνει χώρα στην ορεινή περιοχή της Ευρυτανίας και συμβάλλει στην προστασία και την ανάπτυξη της βιοποικιλίας και του κληροδοτήματος των ορεινών περιοχών.
Η ενίσχυση του εμπορίου και η αξιοποίηση του δασικού πλούτου του Νομού μπορούν να τονώσουν την απασχόληση σε τοπικό επίπεδο, να συγκρατήσουν τον πληθυσμό των ορεινών περιοχών και να διαμορφώσουν τους κατάλληλους όρους για την ανάπτυξη του τουρισμού. Δυστυχώς όμως τα εργοστάσια που υπήρχαν ανήκουν στα» περασμένα» και το ανθρώπινο δυναμικό που ασχολούνταν όλο και λιγοστεύει.
Ονομαστό προϊόν του Νομού είναι το μέλι. Μια καλύτερη παρουσίαση του προϊόντος θα αποτελέσει όχημα για την προώθηση του.
Σε περασμένα άρθρα τόνισα τη σημασία που θα έχει για την περιοχή αν ξεκινήσουν διαδικασίες για την πιστοποίηση των τοπικών προϊόντων του νομού. Για την υποβολή των σχετικών φακέλων στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης χρειάζονται μελέτες που γίνονται μετά από έγκριση από το Νομαρχιακό Συμβούλιο.
Υπάρχει μια ομάδα προϊόντων που σήμερα στο Νομό έγιναν ονομαστά, όπως χυλοπίτες, τραχανάς, τσάι του βουνού, ρίγανη, μέλι, τυρί φέτα, αρνιά, κατσίκια. Αυτά τα προϊόντα σε πρώτη φάση μπορούν να προταθούν για προετοιμασία των φακέλων πιστοποίησης (καταγραφή της σημερινής κατάστασης, προοπτικές κτλ) και την προώθησή τους για απόκτηση σήματος ποιότητας.
Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, με την ολοένα αυξανόμενη διείσδυση των η πολυεθνικών ετικετών στα προϊόντα διατροφής, εύκολα καθένας το διαπιστώνει με μια επίσκεψη στα σούπερ μάρκετ, η ανταγωνιστικότητα των «τοπικών προϊόντων» ακόμη και μέσα στο Νομό μας μειώνεται συνεχώς με τις όποιες συνέπειες για τους παραγωγούς. Από την άλλη όμως, τα διατροφικά σκάνδαλα , η τάση αναζήτησης παραδοσιακών ποιοτικών προϊόντων ,η απουσία ποικιλότητας του διατροφικού πολιτισμού και οι νέες μορφές τουρισμού μπορούν να αποτελέσουν τα «όπλα» των «Τοπικών Προϊόντων» στη μάχη της ανταγωνιστικότητας. Το ερώτημα είναι το πώς θα αξιοποιηθούν οι τοπικές ποικιλίες , η γευστική ποικιλότητα, οι παραδοσιακές τεχνικές μεταποίησης , η παραδοσιακή κουζίνα. Όλα αυτά αποτελούν το κομμάτι της ταυτότητας ενός τόπου το οποίο συνδέεται άμεσα με τα τοπικά προϊόντα. Η παραγωγή των οποίων πρέπει να υπακούει στους κανόνες της ασφάλειας των τροφίμων , σταθερής ποιότητας και ποσότητας παραγωγής, του σεβασμού στο περιβάλλον και της πράσινης ανάπτυξης. Στον αγώνα δρόμου της ανταγωνιστικότητας η «κλασσική γεωργία», ειδικά στις ορεινές και μειονεκτικές περιοχές, όπως είναι ολόκληρος ο Νομός, έχει μείνει απελπιστικά πίσω. Το μέλλον φαντάζει αβέβαιο γι’ αυτήν. Ένα άλλο πρότυπο αναζητείται. Σε ένα δύσκολο πλαίσιο (περιορισμένες επιφάνειες,πλαγιές - πεζούλες, διαρθρωτικά μειονεκτήματα, κτλ.), οι τοπικοί φορείς έπρεπε, εδώ και πολύ καιρό, να βρουν διαφορετικά αγροτικά πρότυπα. Η προσπάθεια που έγινε το 1950 (εισαγωγή φυλών γιδιών, δέντρων μηλιάς κτλ), δυστυχώς και ανεξήγητα, σταμάτησε.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Τουρισμός που αποτελεί τη μόνη σημαντική οικονομική δραστηριότητα στο Νομό μας , η σύνδεση Τοπικών Αγροτικών Προϊόντων με το Τουρισμό και την ανάπτυξη αποτελεί μονόδρομο με πολλαπλά οφέλη. Επιβάλλεται η παγίωση στενών σχέσεων τουρισμού με την τοπική αγροτική παραγωγή-μεταποίηση. Η σχέση αυτή να μην είναι ούτε συγκυριακή ή τυχαία, αλλά συστηματική και βιώσιμη. Πρόσφατα σε ημερίδα που οργάνωσε στο Ζάππειο το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων η υπουργός κ Μπατζελή παρουσίασε την πρωτοβουλία του υπουργείου για τη δημιουργία σήματος των προϊόντων της ελληνικής μεσογειακής διατροφής στην αγορά. Το «σήμα» αυτό θα αποτελεί εγγύηση ποιότητας και βεβαίωση του τόπου προέλευσης . Στην προσπάθεια αυτή η περιοχή της Ευρυτανίας με τα μικρά σε ποσότητα προϊόντα της, αλλά με το «σήμα», πρέπει να συμμετέχει. Αλλά, είναι καιρός να ζωντανέψουμε το παρόν, κυρίως μετά το 2013 με την αλλαγή της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής –πιστεύεται ότι θα αφορά την παραγωγή προϊόντων ποιότητας- γιατί εκεί που δεν υπάρχει παρόν, δεν υπάρχει ούτε παρελθόν ούτε διαγράφεται αισιόδοξο μέλλον.