Με την έλευσιν του νέου ενιαυτού της χρηστότητος του Κυρίου, του έτους 2012, εξεδήμησε πλήρης ημερών ο θεολόγος καθηγητής Κωνσταντίνος Ευθ. Τσιάκας. Με τον θάνατόν του εξέλιπε μια μορφή της παλαιάς φρουράς των γαλουχηθέντων με τα ιερά νάματα της Ορθοδοξίας και τα ιδεώδη της ανθρωπιστικής Παιδείας εκπαιδευτικών, τα οποία ο μεταστάς εθεράπευσεν ευόρκως και ευσυνειδήτως δια βίου και μάλιστα εις τα διάφορα Σχολεία, εις τα οποία υπηρέτησεν.
Γράφειο Παναγιώτης Βλάχος Φιλόλογος
Τ. Γεν. Επιθεωρητής Μ. Εκ/σεως
Εκηδεύθη εις το Γ’ Κοιμητήριον Νικαίας – Πειραιώς, τον συνώδευσαν οι οικείοι του, συγγενείς, συμπολίται και παλαιοί συνάδελφοι του εν τη Εκπαιδεύσει, προσηκόντως δε τον απεχαιρέτισαν ο γράφων και εκπρόσωπος της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων, της οποίας ήτο μέλος ενεργόν, αναπτύσσον αξιόλογον δραστηριότητα.
Καταγόμενος εκ του ορεινού χωριού Μαυρίλλον Φθιώτιδος ησθάνετο εαυτόν και ως Ευρυτάνα, λόγω της προς το Καρπενήσιον εγγύτητος της γενετείρας του με την αγοράν του οποίου συνηλλάσοντο οι συγχωριανοί του και κυρίως λόγω της φοιτήσεώς του εις το Γυμνάσιον Καρπενησίου, συνδεθείς με τους κατοίκους του και ευγνωμόνως αναφερόμενος εις παλαιούς εξ αυτών.
Δυσπραγών, αγωνιζόμενος και εργαζόμενος ακαταπονήτως εις δυσχειμέρους χρόνους εσπούδασεν εις την Θεολογικήν Σχολήν του Πανεπιστημίου Αθηνών, διακρινόμενος δια την επιμέλειαν του, πολλής απολαύων και από μέρους καθηγητών του τιμής δια τον υπ’ αυτού διεξαγόμενον διπλούν αγώνα προς επιβίωσιν και πνευματικήν καταξίωσιν.
Τας ευδοκίμους σπουδάς του ηκολούθησε μακρά και γόνιμος σταδιοδρομία εις την Μέσην Εκπαίδευσιν. Μετά βραχείαν υπηρεσίαν εις Ιδιωτικόν Σχολείον της Βοιωτίας, διωρίσθη εις το Γυμνάσιον Καρπενησίου, όπου ανέπτυξεν ευρείαν δραστηριότητα. Την Παιδείαν υπηρέτησε με αφοσίωσιν και αυταπάρνησον και απέβη λίαν επωφελής δια τους μαθητάς του με την ευρυμάθειαν, την παιδαγωγικήν κατάρτισιν, τον πηγαίον ενθουσιασμό, την απόλυτον ευσυνειδησίαν και την κατά περιπτώσεις άκραν επιείκειάν του.
Ο Κωνσταντίνος Τσιάκας δεν ήτο πλήρης κάτοχος της θείας επιστήμης μόνο, αλλά και της κλασσικής γραμματείας γνώστης, ώστε λόγω ελλείψεως φιλολόγων καθηγητών κατά την δεκαετίαν του 1950, εκτός των θεολογικών, εδίδασκεν επιτυχώς και φιλολογικά μαθήματα. Κατά την διδασκαλία του προσέδιδεν ιδιαιτέραν βαρύτητα εις την διάπλασιν του ήθους των μαθητών του και τον υγιά φρονηματισμόν των, θιασώτης και υπέρμαχος της Ελληνορθοδόξου Παιδείας και της ανθρωπιστικής αγωγής.
Το ειλικρινές ενδιαφέρον του δια τους εκ των χωρίων καταγομένους και διαμένοντας μόνους εις Καρπενήσιον μαθητάς δεν εξηντλείτο εις την εν τω σχολείω προσφοράν. Μεριμνών και δια τας συνθήκας διαβιώσεως των και προς προστασίαν των από ενδεχομένην παρέκκλισιν διακριτικώς και μετά στοργής παρηκολούθεο και την εξωσχολικήν των συμπεριφοράν, ώστε κατέλιπεν αγαθήν την ανάμνησις της παρουσίας δυναμικού εκπαιδευτικού, διακρινομένου δι’ απόλυτον εις το εκπαιδευτικόν λειτούργημα του αφοσίωσιν.
Την Θεολογικήν του ιδιότητα δεν περιώρισεν εις τα πλαίσια του σχολείου μόνο. Την δραστηριότητά του διηύρυνε και εις την κοινωνίαν, επιτυχώς δε και επωφελώς διακονήσας και τον άμβωνα. Τας Κυριακάς εκήρυττε τον θείον λόγον και εις τους δύο τότε Ιερούς Ναούς της πόλεως, τον Καθεδρικόν της Αγίας Τριάδος και της Παναγίας, εις ωρισμένας περιπτώσεις την ίδιαν ημέραν, ομιλών μετά το Ευαγγέλιον εις την μίαν και εις το Κοινωνικόν εις την άλλην, παραλλάσων μάλιστα και το επί του ιδίου κεντρικού θέματος κήρυγμα του χάρις εις την αρτίαν θεολογικήν του συγκρότησιν και την ευχέρειαν λόγου, η οποία τον διέκρινε. Επιτυχώς εδίδαξε και εια τα υπό την εποπτείαν της Ποιναινούσης Εκκλησίας λειτουργούντα Κατηχητικά Σχολεία.
Δεν πρέπει να παροραθή η προσφορά του και εις την οργάνωσιν και διοίκησιν του Γυμνασίου. Γνώστης της Σχολικής Νομοθεσίας και εργατικός εις έπαρκον σημαντικώς συνέβαλεν εις την διεξαγωγήν των εργασιών του Γραφείου, εις εποχήν μάλιστα ηυξημένης γραφειοκρατίας, κατά την οποίαν άγνωστος ήτο η πολυτέλεια των Σχολικών Γραμματέων.
Μετά την εις Καρπενήσιον επί τινα έτη παραμονήν του ευεργετικώς δια την Παιδείαν υπηρέτησεν εις Δράμαν, κατέκλεισε δ’ ευδοκίμως την εκπαιδευτικήν του σταδιοδρομίαν ως Γυμνασιάρχης εις το Αον Γυμνάσιον Αθηνών, διά την αναδιοργάνωσιν, τον ευπρεπισμόν του παλαιού διαδακτηρίου και την ανάδειξιν της ιστορίας του φιλοπόνως ειργάσθη, επαινεθείς από το Υπουργείον Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
Παραλλήλως προς την εκπαιδευτικήν του δραστηριότητα κατέγινε και με την συγγραφήν, δημοσιεύσας αξιόλογα έργα. Ενδεικτικώς αναφέρεται η Ιστορία της Ιεράς Μονής Εικοσιφοινίσσης του Παγγαίου και η εκτενής βιογραφία του πρώτου Μητροπολίου Νίκαιας Πειραιώς μακαριστού Γεωργίου Παυλίδη, διακεκριμένου Ιεράρχου, ο οποίος προ της εις Αρχιερέα αναδείξεώς του ειργάσθη θεοφιλώς και φιλανθρώπως ως Ιεροκήρυξ εις την Ιεράν Μητρόπολιν Φθιώτιδος και Χωρεπίσκοπος εις Κύπρον.
Ο Κωνσταντίνος Τσιάκας ως επιστήμων υπήρξε σεμνός και φιλόπονος, ως παιδαγωγός ευσυνείδητος και διά τους αθητάς του επωφελής, ως κήρυξ του θείου λόγου επαγωγός και οικοδομητικός, ως άνθρωπος απλούς, προσηνής, ανεπιτήδευτος, ως φίλος σταθερός και ειλικρινής, ως οικογενειάρχης φιλόστοργος, επιδείξας ιδιαίτερον ενδιαφέρον δια την μόρφωσιν των τέκνων του. Απήλθε του ματαίου κόσμου «υπερβεβηκώς τα νεστόρεια έτη», πολλής απολαύων στοργής από μέρους των παιδιών του και μάλιστα της πρωτοτόκου θυγατρός του Καλλίτσας, η οποία αποκλίνοντα προς βαθύ γήρας, αντιπελαργούσα εχειραγώγει αυτόν, προσηκόντως αποδίδουσα τα οφειλόμενα τροφεία.
Ο γράφων, αγαστώς μετ’ αυτού συνεργασθείς εις το Γυμνάσιον Καρπενησίου κατά την δεκαετίαν του 1950 χαράσσει τας ολίγας αυτάς γραμμάς ως ευλαβές μνημόσυνον προς τον άοκνον εργατικότητα και ορθόδοξον φρόνημα βιώσαντα εν Παιδεία συνάδελφον, χαιρετίζων την «εν χώρα ζώντων και σηναίς δικαίων αυλιζομένην» ψυχήν του και ευχόμενος αγήρω την μνήμην του.
Γράφειο Παναγιώτης Βλάχος Φιλόλογος
Τ. Γεν. Επιθεωρητής Μ. Εκ/σεως
Εκηδεύθη εις το Γ’ Κοιμητήριον Νικαίας – Πειραιώς, τον συνώδευσαν οι οικείοι του, συγγενείς, συμπολίται και παλαιοί συνάδελφοι του εν τη Εκπαιδεύσει, προσηκόντως δε τον απεχαιρέτισαν ο γράφων και εκπρόσωπος της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων, της οποίας ήτο μέλος ενεργόν, αναπτύσσον αξιόλογον δραστηριότητα.
Καταγόμενος εκ του ορεινού χωριού Μαυρίλλον Φθιώτιδος ησθάνετο εαυτόν και ως Ευρυτάνα, λόγω της προς το Καρπενήσιον εγγύτητος της γενετείρας του με την αγοράν του οποίου συνηλλάσοντο οι συγχωριανοί του και κυρίως λόγω της φοιτήσεώς του εις το Γυμνάσιον Καρπενησίου, συνδεθείς με τους κατοίκους του και ευγνωμόνως αναφερόμενος εις παλαιούς εξ αυτών.
Δυσπραγών, αγωνιζόμενος και εργαζόμενος ακαταπονήτως εις δυσχειμέρους χρόνους εσπούδασεν εις την Θεολογικήν Σχολήν του Πανεπιστημίου Αθηνών, διακρινόμενος δια την επιμέλειαν του, πολλής απολαύων και από μέρους καθηγητών του τιμής δια τον υπ’ αυτού διεξαγόμενον διπλούν αγώνα προς επιβίωσιν και πνευματικήν καταξίωσιν.
Τας ευδοκίμους σπουδάς του ηκολούθησε μακρά και γόνιμος σταδιοδρομία εις την Μέσην Εκπαίδευσιν. Μετά βραχείαν υπηρεσίαν εις Ιδιωτικόν Σχολείον της Βοιωτίας, διωρίσθη εις το Γυμνάσιον Καρπενησίου, όπου ανέπτυξεν ευρείαν δραστηριότητα. Την Παιδείαν υπηρέτησε με αφοσίωσιν και αυταπάρνησον και απέβη λίαν επωφελής δια τους μαθητάς του με την ευρυμάθειαν, την παιδαγωγικήν κατάρτισιν, τον πηγαίον ενθουσιασμό, την απόλυτον ευσυνειδησίαν και την κατά περιπτώσεις άκραν επιείκειάν του.
Ο Κωνσταντίνος Τσιάκας δεν ήτο πλήρης κάτοχος της θείας επιστήμης μόνο, αλλά και της κλασσικής γραμματείας γνώστης, ώστε λόγω ελλείψεως φιλολόγων καθηγητών κατά την δεκαετίαν του 1950, εκτός των θεολογικών, εδίδασκεν επιτυχώς και φιλολογικά μαθήματα. Κατά την διδασκαλία του προσέδιδεν ιδιαιτέραν βαρύτητα εις την διάπλασιν του ήθους των μαθητών του και τον υγιά φρονηματισμόν των, θιασώτης και υπέρμαχος της Ελληνορθοδόξου Παιδείας και της ανθρωπιστικής αγωγής.
Το ειλικρινές ενδιαφέρον του δια τους εκ των χωρίων καταγομένους και διαμένοντας μόνους εις Καρπενήσιον μαθητάς δεν εξηντλείτο εις την εν τω σχολείω προσφοράν. Μεριμνών και δια τας συνθήκας διαβιώσεως των και προς προστασίαν των από ενδεχομένην παρέκκλισιν διακριτικώς και μετά στοργής παρηκολούθεο και την εξωσχολικήν των συμπεριφοράν, ώστε κατέλιπεν αγαθήν την ανάμνησις της παρουσίας δυναμικού εκπαιδευτικού, διακρινομένου δι’ απόλυτον εις το εκπαιδευτικόν λειτούργημα του αφοσίωσιν.
Την Θεολογικήν του ιδιότητα δεν περιώρισεν εις τα πλαίσια του σχολείου μόνο. Την δραστηριότητά του διηύρυνε και εις την κοινωνίαν, επιτυχώς δε και επωφελώς διακονήσας και τον άμβωνα. Τας Κυριακάς εκήρυττε τον θείον λόγον και εις τους δύο τότε Ιερούς Ναούς της πόλεως, τον Καθεδρικόν της Αγίας Τριάδος και της Παναγίας, εις ωρισμένας περιπτώσεις την ίδιαν ημέραν, ομιλών μετά το Ευαγγέλιον εις την μίαν και εις το Κοινωνικόν εις την άλλην, παραλλάσων μάλιστα και το επί του ιδίου κεντρικού θέματος κήρυγμα του χάρις εις την αρτίαν θεολογικήν του συγκρότησιν και την ευχέρειαν λόγου, η οποία τον διέκρινε. Επιτυχώς εδίδαξε και εια τα υπό την εποπτείαν της Ποιναινούσης Εκκλησίας λειτουργούντα Κατηχητικά Σχολεία.
Δεν πρέπει να παροραθή η προσφορά του και εις την οργάνωσιν και διοίκησιν του Γυμνασίου. Γνώστης της Σχολικής Νομοθεσίας και εργατικός εις έπαρκον σημαντικώς συνέβαλεν εις την διεξαγωγήν των εργασιών του Γραφείου, εις εποχήν μάλιστα ηυξημένης γραφειοκρατίας, κατά την οποίαν άγνωστος ήτο η πολυτέλεια των Σχολικών Γραμματέων.
Μετά την εις Καρπενήσιον επί τινα έτη παραμονήν του ευεργετικώς δια την Παιδείαν υπηρέτησεν εις Δράμαν, κατέκλεισε δ’ ευδοκίμως την εκπαιδευτικήν του σταδιοδρομίαν ως Γυμνασιάρχης εις το Αον Γυμνάσιον Αθηνών, διά την αναδιοργάνωσιν, τον ευπρεπισμόν του παλαιού διαδακτηρίου και την ανάδειξιν της ιστορίας του φιλοπόνως ειργάσθη, επαινεθείς από το Υπουργείον Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
Παραλλήλως προς την εκπαιδευτικήν του δραστηριότητα κατέγινε και με την συγγραφήν, δημοσιεύσας αξιόλογα έργα. Ενδεικτικώς αναφέρεται η Ιστορία της Ιεράς Μονής Εικοσιφοινίσσης του Παγγαίου και η εκτενής βιογραφία του πρώτου Μητροπολίου Νίκαιας Πειραιώς μακαριστού Γεωργίου Παυλίδη, διακεκριμένου Ιεράρχου, ο οποίος προ της εις Αρχιερέα αναδείξεώς του ειργάσθη θεοφιλώς και φιλανθρώπως ως Ιεροκήρυξ εις την Ιεράν Μητρόπολιν Φθιώτιδος και Χωρεπίσκοπος εις Κύπρον.
Ο Κωνσταντίνος Τσιάκας ως επιστήμων υπήρξε σεμνός και φιλόπονος, ως παιδαγωγός ευσυνείδητος και διά τους αθητάς του επωφελής, ως κήρυξ του θείου λόγου επαγωγός και οικοδομητικός, ως άνθρωπος απλούς, προσηνής, ανεπιτήδευτος, ως φίλος σταθερός και ειλικρινής, ως οικογενειάρχης φιλόστοργος, επιδείξας ιδιαίτερον ενδιαφέρον δια την μόρφωσιν των τέκνων του. Απήλθε του ματαίου κόσμου «υπερβεβηκώς τα νεστόρεια έτη», πολλής απολαύων στοργής από μέρους των παιδιών του και μάλιστα της πρωτοτόκου θυγατρός του Καλλίτσας, η οποία αποκλίνοντα προς βαθύ γήρας, αντιπελαργούσα εχειραγώγει αυτόν, προσηκόντως αποδίδουσα τα οφειλόμενα τροφεία.
Ο γράφων, αγαστώς μετ’ αυτού συνεργασθείς εις το Γυμνάσιον Καρπενησίου κατά την δεκαετίαν του 1950 χαράσσει τας ολίγας αυτάς γραμμάς ως ευλαβές μνημόσυνον προς τον άοκνον εργατικότητα και ορθόδοξον φρόνημα βιώσαντα εν Παιδεία συνάδελφον, χαιρετίζων την «εν χώρα ζώντων και σηναίς δικαίων αυλιζομένην» ψυχήν του και ευχόμενος αγήρω την μνήμην του.