«Θεέ μου, απόψε σου ζητάω κάτι που το θέλω πάρα πολύ. Θέλω, να με κάνεις τηλεόραση! Θέλω να πάρω τη θέση της τηλεόρασης που είναι στο σπίτι μου. Να έχω το δικό μου χώρο. Να έχω την οικογένειά μου γύρω από μένα. Να με παίρνουν στα σοβαρά όταν μιλάω. Θέλω να είμαι το κέντρο της προσοχής και να με ακούνε οι άλλοι χωρίς διακοπές ή ερωτήσεις. Θέλω να έχω την ίδια φροντίδα που έχει η τηλεόραση, όταν δεν λειτουργεί…
Όταν είμαι τηλεόραση θα έχω την παρέα του πατέρα μου, όταν έρχεται στο σπίτι από τη δουλειά, ακόμη και αν είναι κουρασμένος. Και θέλω τη μαμά μου να με θέλει, όταν είναι λυπημένη και στεναχωρημένη, αντί να με αγνοεί. Θέλω τα αδέλφια μου να μαλώνουν για το ποιος θα περνάει ώρες μαζί μου. Θέλω να νοιώθω ότι η οικογένειά μου αφήνει τα πάντα στην άκρη πότε - πότε μόνο για να περάσει λίγο χρόνο με εμένα.
Α και το τελευταίο! Κάνε με έτσι ώστε να τους κάνω ευτυχισμένους και χαρούμενους. Θεέ μου, δεν ζητάω πολλά. Θέλω μόνο να γίνω σαν μια τηλεόραση!».
Η δασκάλα που το διάβασε (καθώς βαθμολογούσε) την έκανε να κλάψει. Ο σύζυγός της, που μόλις είχε μπει στο σπίτι τη ρώτησε: «Τι συμβαίνει;». Αυτή απάντησε: «Διάβασα αυτή την έκθεση, την έχει γράψει ένας μαθητής μου.»
Ο σύζυγος είπε: «Το καημένο το παιδί! Τι αδιάφοροι γονείς είναι αυτοί!»
Τότε αυτή τον κοίταξε και είπε: «Αυτή η έκθεση είναι του γιού μας !!!»