Παρασκευή 27 Μαΐου 2011

Ο Στέφανος Γρανίτσας και η Ελληνική Παράδοση

Γράφει ο Μιχάλης Σταφυλάς

Το κείμενο αυτό δημοσιεύθηκε το 1980 στην «Βραδυνή» (Τρίτη, 16 Δεκεμβρίου 1980) και στη στήλη «Η κίνηση των Ιδεών». Μας το έστειλε ο Φιλόλογος κ. Δημήτριος Θ. Νάτσιος απ΄ τη Λαμία, με την ευκαιρία συμπλήρωσης 130 ετών από τη γέννηση του Στέφανου Γρανίτσα (1880- 1919).


(100 χρόνια συμπληρώθηκαν φέτος από υη γέννηση του Στέφανου Γρανίτσα, του περίφημου ποιητή, συγγραφέα, βουλευτή και ανταρτοαγωνιστή του 1912 στα Ηπειρωτικά βουνά, για την απελευθέρωση από τον Οθωμανό δυνάστη. Από την Γρανίτσα της Ευρυτανίας ήρθε στην Αθήνα, σπούδασε νομικά, έγραψε θαυμάσια λογοτεχνικά κείμενα, ανέβηκε σε υψηλά δημοσιογραφικά μονοπάτια – υποδιευθυντής του «Χρόνου» σε ηλικία 25 μόλις ετών. Πήγε στον Θέρισο στην Κρήτη και συνδέθηκε με στενή φιλία με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, και τέλος συνέστησε αντάρτικο σώμα, όπως ο άλλος ποιητής και βουλευτής ο Μαβίλης, πολεμώντας για την ελευθερία της Ηπείρου. Πέθανε χτυπημένος απ΄ τις κακουχίες μετά από τριάντα περίπου μήνες, σε ηλικία 35 χρονών, ύστερα από έναν τύφο που δεν άντεξαν οι δυνάμεις του, στα 1915. Το ενδιαφέρον κείμενο που ακολουθεί θα μας δώσει πνευματικό ανάστημα ενός ωραίου ανθρώπου και αληθινού ήρωα της λογοτεχνίας μας).

Ο Στέφανος Γρανίτσας κυριολεκτικά ζούσε την παράδοση. Όχι μόνο στα κείμενά του αλλά και στις αγορεύσεις του και στις καθημερινές επαφές του θυμούνταν κάποιον σχετικό μύθο, που τον συσχέτιζε και τον προσάρμοζε με καταπληκτική μαστοριά. Στίχοι δημοτικών τραγουδιών, αινίγματα, παροιμίες, ιδιωματισμοί, ανέκδοτα, γεροντικές αναμνήσεις ανάβλυζαν ασταμάτητα από τα κεφαλάρια της σκέψης του. Κι όταν κάποτε τον ρώτησαν πού βρίσκει όλα αυτά αποκρίθηκε:

- Οι άνθρωποι των Ευρυτανικών βουνών είναι καταρράχτες στίχου, ρυθμού, θρύλου, μύθου, παραδόσεων. Τους παρακολουθώ και δεν χορταίνω την ομορφιά των τραγουδιών τους, τις διηγήσεις τους, τη φυσιογνωμία τους, ακόμα και τις χειρονομίες τους.

Μ΄ αυτόν τον τρόπο εξηγεί και το πώς δημιούργησε αυτό το ανεπανάληπτο προσωπικό ύφος στην πεζογραφία του. Ύφος που διαλαλεί την προσκόλληση του συγγραφέα στις λαϊκές μας πηγές.

Και αβίαστα καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως ο Στέφανος Γρανίτσας είναι από τους ελάχιστους Έλληνες λογοτέχνες που έμειναν μακριά από ξένες νοοτροπίες κι ανεπηρέαστοι από τις πολυποίκιλες τεχνοτροπίες που κατέκλυζαν(και κατακλύζουν πάντα) τους πνευματικούς χώρους, με αποτέλεσμα να νοθεύουν ή να αλλοιώνουν την γνήσια εξελικτικότητά μας.

Το καθαρά λογοτεχνικό έργο του Στέφανου Γρανίτσα δεν είναι ούτε πολύ, αλλά ούτε από κείνα που σημαδεύουν την εποχή τους.

Πρέπει όμως να θυμηθούμε με τον αφορισμό του μεγάλου μας Βάρναλη: Στην τέχνη δεν υπάρχει το μέγα. Υπάρχει το έντιμο

Και το δίχως άλλο το έργο του Γρανίτσα είναι έργο έντιμο γιατί αποβλέπει:

1)Στην διάσωση του λαϊκού μας πολιτισμού.

2)Στον σωστό προσανατολισμό του λαού, και

3)Στην ικανοποίηση των αισθητικών αναγκών ευρύτατων στρωμάτων.

Ο Γρανίτσας νιώθοντας σαν πνευματική ευθύνη την διάσωση της αγροτολαϊκής, κυρίως, παράδοσης βάλθηκε να την υπηρετήσει με φανατισμό που τον διέκρινε όταν υπερασπιζότανε τις ιδέες του ως βουλευτής ή ως δημοσιογράφος. Αν θέλαμε μάλιστα να βρούμε κάποιο χαρακτηριστικό στοιχείο στην λογοτεχνική προσφορά του Γρανίτσα, θα λέγαμε πως πάντρεψε με επιτυχία την λαογραφία με την λογοτεχνία – πράγμα που δεν το ‘κανε ή δεν το μπόρεσε ο Νικόλαος Πολίτης.

Κι αυτό είναι σημαντικό, γιατί ο Γρανίτσας μ’ αυτό το πάντρεμα προώθησε την λαογραφία σε πλατεία στρώματα, την έκανε αναμφίβολα πιο συστηματική κι επιστημονική με μεθοδευμένη λαογραφική δουλειά, αλλά για λίγους ειδικούς ή για πολλά ράφια βιβλιοθηκών.

Μ’ άλλα λόγια: Ο ερασιτέχνης λαογράφος Στέφανος Γρανίτσας έδωσε στα λαογραφικά στοιχεία που μάζεψε ή έσωσε ζωή και κινητικότητα.

Μα δεν ξέρουμε στ’ αλήθεια πόσο θα ‘χε προχωρήσει η μεθοδική έρευνα κι η επιστήμη δίχως το πάθος και την ανιδιοτέλεια των ερασιτεχνών και των αυτοδίδαχτων.

Συμπερασματικά, λοιπόν, μπορούμε να πούμε πως απ’ αυτήν την ουσιαστική προσφορά του ο Γρανίτσας θα μείνει σαν ένας αθέατος καθοδηγητής πολλών ηθογράφων του καιρού του και των όσων απόμειναν μεταγενέστερα ως την ολική τους έκλειψη από τον νεοελληνικό πνευματικό μας χώρο.

Και πρέπει να επισημανθεί πως ο Γρανίτσας μαζί με τους πιο προοδευτικούς πνευματικούς ανθρώπους του καιρού του, στάθηκε αντιμέτωπος στην επιδρομή του ξενικού πνεύματος, που απόβλεπε αν όχι στον αφελληνισμό τουλάχιστον στην νόθευση και στον παραγκωνισμό της ελληνικής πορείας, που αποδείχνει περίτρανα την συνέχεια και την συνέπεια του πανάρχαιου χώρου μας και την μεγαλοσύνη του μάρτυρα και ήρωα του λαού μας. Αυτής της λαϊκής επιτειδιωσύνης, της θυμοσοφίας και των μεγάλων εθνικών στιγμών που βρίσκουν αντανάκλαση και συλλαμβάνονται ακριβώς μέσα στη λαϊκή παράδοση.

Και πρέπει ν’ αποτίσουμε φόρο τιμής, τούτη τη στιγμή, σ’ όλους όσους ακολουθώντας το παράδειγμα του Γρανίτσα δουλεύουν πάνω στις διάφορες και διαφορετικές φάσεις του λαϊκού μας πολιτισμού σε πείσμα της κρατικής απουσίας ή αδιαφορίας και σ’ αντίθεση μ’ όσους δεν αισθάνονται πως σήμερα – ναι σήμερα πια – ή θα κρατήσουμε την εθνική μας παράδοση ζωντανή κι ανέπαφη ή θα την θυσιάσουμε στους βωμούς πολυώνυμων συμφερόντων, τα οποία στη βάση τους δεν ξέρουμε ακόμα αν είναι και δικά μας συμφέροντα.